1. Η χώρα έχει κυβέρνηση με αδύναμες σχέσεις με το εκλογικό σώμα που την ανέδειξε. Ομως, οι σχέσεις της αντιπολίτευσης με τους ψηφοφόρους είναι, επίσης, αδύναμες. Η σύνθεση αυτών των δύο αδυναμιών συνιστά ένα μεγάλο έλλειμμα για το υπάρχον πολιτικό σύστημα και μπορεί να δημιουργεί αυταπάτες εκατέρωθεν:
Η μεν κυβέρνηση να συνειδητοποιεί μονόπλευρα την αδυναμία της αντιπολίτευσης και να νιώθει χάρη σε αυτή προστατευμένη, ό,τι και αν κάνει. Η δε αντιπολίτευση να ζει με την αυταπάτη ότι η πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας που ακολουθεί η κυβέρνηση θα της επιφέρει αυτομάτως κέρδη με τα οποία θα τιμωρείται η κυβέρνηση.
2. Οι δύο πλευρές του πολιτικού συστήματος κάνουν δύο λανθασμένες αφαιρέσεις. Η πρώτη έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι μεν υποτιμούν την...
αγανάκτηση του λαού, που μπορεί να πάρει τη μορφή χιονοστιβάδας εκρήξεων. Οι δε, πάλι, υποτιμούν την κούραση του λαού, που μπορεί να οδηγήσει σε μια επιστροφή στο ιδιωτικό και στην απογοήτευση.
Η δεύτερη λανθασμένη αφαίρεση είναι κατά πολύ σημαντικότερη. Εάν δεν κινητοποιηθεί η μεγάλη δύναμη του ελληνικού λαού προκειμένου να υπάρξουν αλλαγές στη χώρα, τότε οι προοπτικές για αυτό τον τόπο δεν είναι οι καλύτερες. Δυστυχώς, η μεν κυβέρνηση με τον τρόπο που πολιτεύεται το μόνο που μπορεί να ελπίζει είναι η αποχή των πολιτών από τα τεκταινόμενα και την πολιτική ζωή.
Δηλαδή, ο όρος επιβίωσής της είναι να μην εκφράσει ο πληθυσμός συμπυκνωμένα την αγανάκτησή του σε βάρος της, αλλά να αποσυρθεί στην κατάθλιψη.Η αντιπολίτευση, από πλευράς της, νομίζει ότι το έργο της είναι θέμα τόνων και καλών προθέσεων.
Δεν έχει αντιληφθεί ότι δείχνει αδύναμη να απαλλαγεί από παρελθούσες δεσμεύσεις και έλλειψη ουσιαστικού πειστικού πολιτικού λόγου, ιδιαίτερα προγραμματικού, ως εναλλακτική λύση έναντι της κυβερνητικής πρακτικής.
3. Η πέραν του ΚΚΕ Αριστερά έχει εγκλωβιστεί σε έναν συνδυασμό ναρκισσισμού, ότι έχει κοινωνικά δίκαιο, αλλά και ανασφάλειας, κατά πόσο μπορεί να πείσει.
Οι προσωπικές στρατηγικές σημαντικών και με ποιότητα στελεχών της μπορούν να γίνονται κατανοητές στον μικρόκοσμο του άμεσου περιβάλλοντος τους, αλλά δεν ενδιαφέρουν τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών. Τόσο εκείνων που ένιωσαν να χάνουν το αποκούμπι τους, το ΠΑΣΟΚ, για το οποίο έδωσαν σκληρή μάχη το 2007 προκειμένου να μην καταληφθεί από τη διαπλοκή, που σήμερα λύνει και δένει, όσο και εκείνων που εξαρχής ήλπιζαν ότι η Αριστερά θα είχε πειστικές απαντήσεις στη σημερινή κρίση. Αντί για απαντήσεις, όμως, καταγράφουν το απογοητευτικό γεγονός ότι η ίδια η Αριστερά τείνει να παγιδευτεί σε μια εσωτερική κρίση.
Το ΚΚΕ, σαφώς πιο συγκροτημένο από την υπόλοιπη Αριστερά, διαθέτει μεγαλύτερα αποθέματα ισχύος και αντίστασης. Συχνά, όμως, δίνει την εντύπωση ότι αυτά τα αποθέματα έχουν να κάνουν περισσότερο με την ισχύ της αδράνειας, παρά με την ικανότητα χάραξης νέων πολιτικών στις σύγχρονες σύνθετες συνθήκες.
Η αδυναμία της Αριστεράς συνολικά έχει να κάνει με το γεγονός ότι θέλει να είναι Αριστερά, χωρίς όμως να είναι η Αριστερά που έχει ανάγκη η χώρα στον 21ο αιώνα. Με πείσμα δίνει τη μάχη της υπεράσπισης του υπάρχοντος έναντι σε αυτούς που θέλουν να μας επιστρέψουν στον Μεσαίωνα ως προς τα κοινωνικά δικαιώματα και τις δημοκρατικές κατακτήσεις. Η μάχη αυτή δεν θα είναι, όμως, αποτελεσματική, όσο θα εξακολουθεί να δίνεται με το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν. Η μία συνισταμένη της Αριστεράς ετοιμάζεται, με μια έννοια, να επαναλάβει τη μακρά πορεία του Μάο.
Η δεύτερη ονειρεύεται την επαναφορά των μύθων της εποχής της ΕΑΡ, μόνο που και εκείνο το εγχείρημα ήταν αποτυχημένο. Τέλος, η τρίτη ελπίζει να επιστρέψει στην εποχή που δεν υπήρχε άλλη συνισταμένη στην Αριστερά, πέραν της ιδίας.
Κατά τη γνώμη μου, τα θεμελιακά πολιτικά προβλήματα της ελληνικής Αριστεράς είναι δύο: Το πρώτο αφορά τις σχέσεις της με το ΠΑΣΟΚ. Μετά από 40 χρόνια συνύπαρξης στο πολιτικό σύστημα με το ΠΑΚ και το ΠΑΣΟΚ δεν έχει καταφέρει να εγκαταλείψει μια πολιτική που έβλεπε το ΠΑΣΟΚ ως μια προσωρινή παρουσία την οποία δύναται να λεηλατήσει με τον έναν ή άλλον τρόπο.
Να μετακινηθεί, δηλαδή, σε μια πολιτική που θα αναγνωρίζει τις αντικειμενικές συνιστώσες παρουσίας και ύπαρξης του ελληνικού ρεφορμισμού, με ισχυρά αριστερά ρεύματα στο εσωτερικό του. Σε μια κατανόηση ότι χωρίς αυτές τις δυνάμεις δεν μπορούν να υπάρξουν ισχυρές αλλαγές στη χώρα. Το δεύτερο πρόβλημα της ελληνικής Αριστεράς είναι ότι έχει χάσει αυτό που την έκανε πάντα ένα ιδιαίτερο ισχυρό κίνημα. Οτι ποτέ δεν ήταν μόνο ένα κίνημα αντίστασης. Ηταν πάντα και κίνημα οράματος. Ενα κίνημα σχολείο για μεγάλες λαϊκές μάζες. Στην Αριστερά και με αυτήν μορφώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες. Ακόμα και στις φυλακές και στις εξορίες. Η Αριστερά ήταν πάντα μια δύναμη πολιτικής και πολιτισμικής ανάπλασης. Στοιχεία που τα έχει απολέσει και δεν διαθέτουν, πλέον, τα περισσότερα από τα προβεβλημένα στελέχη της.Οσο η Αριστερά δεν ανακαλύπτει δημιουργικά τον εαυτό της, την πολιτισμική και οραματική της λειτουργία και παραμένει εγκλωβισμένη σε μικρά βοναπαρτικά "Εγώ", τόσο δεν θα μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά ως κίνημα αντίστασης και μακρόχρονης αλλαγής του υπάρχοντος.
4. Η Δεξιά βρίσκεται και αυτή σε κρίση ταυτότητας.
Η κρίση της δεν οφείλεται κύρια, όπως υποστηρίζουν οι περισσότεροι, στα σκάνδαλα του καραμανλισμού, όχι ότι δεν έπαιξαν και αυτά τον ρόλο τους. Στην πραγματικότητα η κρίση της Δεξιάς είναι κρίση της αχαλίνωτης υιοθέτησης και εφαρμογής, στα χρόνια που διακυβέρνησε, των νεοφιλελεύθερων δογμάτων. Δόγματα που υπήρξαν αιτία πολλών δεινών για τους πλέον αδύναμους της κοινωνίας. Η Ν.Δ. αποδείχτηκε ανίκανη να εφαρμόσει αποτελεσματικά αυτή την πολιτική, διότι είχε απέναντί της ένα ΠΑΣΟΚ που αντιστεκόταν, ιδιαίτερα μετά την αποτροπή της λεηλάτησής του από τη διαπλοκή τα έτη 2007-2009.
Προκειμένου να γίνει κατανοητή η ανάλυσή μου, αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι όσο καιρό ο ΛΑΟΣ έπαιρνε αποστάσεις από την πολιτική του Καραμανλή βρισκόταν σε ανοδική πορεία, ενώ γνώρισε κάμψη επιρροής, για πρώτη φορά μετά από καιρό, μόλις συναίνεσε και ψήφισε το Μνημόνιο.
Και ο λόγος είναι σαφής. Οσο ο ΛΑΟΣ εμφανιζόταν ως μια δύναμη της λαϊκής Δεξιάς, έστω και της ακραίας, και παρά αυτό "της ακραίας", κέρδιζε. Μόλις εμφανίστηκε ως δεκανίκι νεοφιλελεύθερων επιλογών (Μνημόνιο), αμέσως άρχισε να παρουσιάζει ρήγματα και προβλήματα.
Η ίδια η Ν.Δ. έχει μια ευκαιρία μπροστά της. Λέγεται Α. Σαμαράς. Ενας πολιτικός που δεν ήταν και δεν είναι δυνατό να συνδεθεί με τα σκάνδαλα του καραμανλισμού και πολύ λιγότερο με τις νεοφιλελεύθερες πρακτικές κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του τόπου από τη Ν.Δ. Αντιμετωπίζει, όμως, ο Α. Σαμαράς σειρά άλλων προβλημάτων.
Το πρώτο είναι ότι παρέλαβε ένα κόμμα σε κατάσταση παραλυτικής διάλυσης, χωρίς αυτό να είναι με μια έννοια σαμαρικό. Παραμένει καραμανλικό και ένας μη-Καραμανλής δείχνει να βρίσκεται σε αδιέξοδο ως προς το πώς θα μπορέσει να απαλλαγεί από τα απονήματα του καραμανλισμού χωρίς να χάσει τα μεγάλα στηρίγματά του στον καραμανλισμό.
Η κατάσταση στην Ν.Δ. του 2010 διαφέρει ουσιαστικά από εκείνη του ΠΑΣΟΚ το 2004, αλλά και το 2007. Τότε, ένα κόμμα παπανδρεϊκό υπερασπιζόταν τον παπανδρεϊκό χαρακτήρα του, πριν απ' όλα την αυτονομία της πολιτικής. Γεγονός που διευκόλυνε έναν Παπανδρέου να επιβιώσει πολιτικά παρά τις εκλογικές ήττες που είχε γνωρίσει.Η Ν.Δ. δείχνει να έχει, τουλάχιστον προς το παρόν, λειψανδρία ιδεών και στελεχών με ικανότητα παραγωγής πολιτικής.
Δείχνει, ακόμα, ασυνεπής στις ίδιες τις επιλογές της. Χαρακτηριστικά, ενώ δεν ψήφισε το Μνημόνιο, ορθή τακτική επιλογή, στη συνέχεια έδειξε ασυνέπεια σε αυτή την επιλογή της. Εδειξε να στηρίζει άμεσα τις τράπεζες και τις επιλογές τους.
Μόνο που οι τελευταίες είναι εξαιρετικά ευχαριστημένες από το σημερινό οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και δεν έχουν κανέναν λόγο να προτιμήσουν την αντιπολίτευση. Εξαιτίας τέτοιων ασυνεπειών, η Ν.Δ. δεν μπορεί να γίνει το αποκούμπι του κόσμου που υποφέρει από την πολιτική του ΠΑΣΟΚ. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι ο καινούριος αρχηγός της δεν είναι νεοφιλελεύθερος και μπορεί να καταταχθεί στη λαϊκή Δεξιά με κεϋνσιανές αντιλήψεις.
ΠΗΓΗ: http://epirusgate.blogspot.com/
Η μεν κυβέρνηση να συνειδητοποιεί μονόπλευρα την αδυναμία της αντιπολίτευσης και να νιώθει χάρη σε αυτή προστατευμένη, ό,τι και αν κάνει. Η δε αντιπολίτευση να ζει με την αυταπάτη ότι η πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας που ακολουθεί η κυβέρνηση θα της επιφέρει αυτομάτως κέρδη με τα οποία θα τιμωρείται η κυβέρνηση.
2. Οι δύο πλευρές του πολιτικού συστήματος κάνουν δύο λανθασμένες αφαιρέσεις. Η πρώτη έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι μεν υποτιμούν την...
αγανάκτηση του λαού, που μπορεί να πάρει τη μορφή χιονοστιβάδας εκρήξεων. Οι δε, πάλι, υποτιμούν την κούραση του λαού, που μπορεί να οδηγήσει σε μια επιστροφή στο ιδιωτικό και στην απογοήτευση.
Η δεύτερη λανθασμένη αφαίρεση είναι κατά πολύ σημαντικότερη. Εάν δεν κινητοποιηθεί η μεγάλη δύναμη του ελληνικού λαού προκειμένου να υπάρξουν αλλαγές στη χώρα, τότε οι προοπτικές για αυτό τον τόπο δεν είναι οι καλύτερες. Δυστυχώς, η μεν κυβέρνηση με τον τρόπο που πολιτεύεται το μόνο που μπορεί να ελπίζει είναι η αποχή των πολιτών από τα τεκταινόμενα και την πολιτική ζωή.
Δηλαδή, ο όρος επιβίωσής της είναι να μην εκφράσει ο πληθυσμός συμπυκνωμένα την αγανάκτησή του σε βάρος της, αλλά να αποσυρθεί στην κατάθλιψη.Η αντιπολίτευση, από πλευράς της, νομίζει ότι το έργο της είναι θέμα τόνων και καλών προθέσεων.
Δεν έχει αντιληφθεί ότι δείχνει αδύναμη να απαλλαγεί από παρελθούσες δεσμεύσεις και έλλειψη ουσιαστικού πειστικού πολιτικού λόγου, ιδιαίτερα προγραμματικού, ως εναλλακτική λύση έναντι της κυβερνητικής πρακτικής.
3. Η πέραν του ΚΚΕ Αριστερά έχει εγκλωβιστεί σε έναν συνδυασμό ναρκισσισμού, ότι έχει κοινωνικά δίκαιο, αλλά και ανασφάλειας, κατά πόσο μπορεί να πείσει.
Οι προσωπικές στρατηγικές σημαντικών και με ποιότητα στελεχών της μπορούν να γίνονται κατανοητές στον μικρόκοσμο του άμεσου περιβάλλοντος τους, αλλά δεν ενδιαφέρουν τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών. Τόσο εκείνων που ένιωσαν να χάνουν το αποκούμπι τους, το ΠΑΣΟΚ, για το οποίο έδωσαν σκληρή μάχη το 2007 προκειμένου να μην καταληφθεί από τη διαπλοκή, που σήμερα λύνει και δένει, όσο και εκείνων που εξαρχής ήλπιζαν ότι η Αριστερά θα είχε πειστικές απαντήσεις στη σημερινή κρίση. Αντί για απαντήσεις, όμως, καταγράφουν το απογοητευτικό γεγονός ότι η ίδια η Αριστερά τείνει να παγιδευτεί σε μια εσωτερική κρίση.
Το ΚΚΕ, σαφώς πιο συγκροτημένο από την υπόλοιπη Αριστερά, διαθέτει μεγαλύτερα αποθέματα ισχύος και αντίστασης. Συχνά, όμως, δίνει την εντύπωση ότι αυτά τα αποθέματα έχουν να κάνουν περισσότερο με την ισχύ της αδράνειας, παρά με την ικανότητα χάραξης νέων πολιτικών στις σύγχρονες σύνθετες συνθήκες.
Η αδυναμία της Αριστεράς συνολικά έχει να κάνει με το γεγονός ότι θέλει να είναι Αριστερά, χωρίς όμως να είναι η Αριστερά που έχει ανάγκη η χώρα στον 21ο αιώνα. Με πείσμα δίνει τη μάχη της υπεράσπισης του υπάρχοντος έναντι σε αυτούς που θέλουν να μας επιστρέψουν στον Μεσαίωνα ως προς τα κοινωνικά δικαιώματα και τις δημοκρατικές κατακτήσεις. Η μάχη αυτή δεν θα είναι, όμως, αποτελεσματική, όσο θα εξακολουθεί να δίνεται με το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν. Η μία συνισταμένη της Αριστεράς ετοιμάζεται, με μια έννοια, να επαναλάβει τη μακρά πορεία του Μάο.
Η δεύτερη ονειρεύεται την επαναφορά των μύθων της εποχής της ΕΑΡ, μόνο που και εκείνο το εγχείρημα ήταν αποτυχημένο. Τέλος, η τρίτη ελπίζει να επιστρέψει στην εποχή που δεν υπήρχε άλλη συνισταμένη στην Αριστερά, πέραν της ιδίας.
Κατά τη γνώμη μου, τα θεμελιακά πολιτικά προβλήματα της ελληνικής Αριστεράς είναι δύο: Το πρώτο αφορά τις σχέσεις της με το ΠΑΣΟΚ. Μετά από 40 χρόνια συνύπαρξης στο πολιτικό σύστημα με το ΠΑΚ και το ΠΑΣΟΚ δεν έχει καταφέρει να εγκαταλείψει μια πολιτική που έβλεπε το ΠΑΣΟΚ ως μια προσωρινή παρουσία την οποία δύναται να λεηλατήσει με τον έναν ή άλλον τρόπο.
Να μετακινηθεί, δηλαδή, σε μια πολιτική που θα αναγνωρίζει τις αντικειμενικές συνιστώσες παρουσίας και ύπαρξης του ελληνικού ρεφορμισμού, με ισχυρά αριστερά ρεύματα στο εσωτερικό του. Σε μια κατανόηση ότι χωρίς αυτές τις δυνάμεις δεν μπορούν να υπάρξουν ισχυρές αλλαγές στη χώρα. Το δεύτερο πρόβλημα της ελληνικής Αριστεράς είναι ότι έχει χάσει αυτό που την έκανε πάντα ένα ιδιαίτερο ισχυρό κίνημα. Οτι ποτέ δεν ήταν μόνο ένα κίνημα αντίστασης. Ηταν πάντα και κίνημα οράματος. Ενα κίνημα σχολείο για μεγάλες λαϊκές μάζες. Στην Αριστερά και με αυτήν μορφώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες. Ακόμα και στις φυλακές και στις εξορίες. Η Αριστερά ήταν πάντα μια δύναμη πολιτικής και πολιτισμικής ανάπλασης. Στοιχεία που τα έχει απολέσει και δεν διαθέτουν, πλέον, τα περισσότερα από τα προβεβλημένα στελέχη της.Οσο η Αριστερά δεν ανακαλύπτει δημιουργικά τον εαυτό της, την πολιτισμική και οραματική της λειτουργία και παραμένει εγκλωβισμένη σε μικρά βοναπαρτικά "Εγώ", τόσο δεν θα μπορεί να λειτουργήσει αποτελεσματικά ως κίνημα αντίστασης και μακρόχρονης αλλαγής του υπάρχοντος.
4. Η Δεξιά βρίσκεται και αυτή σε κρίση ταυτότητας.
Η κρίση της δεν οφείλεται κύρια, όπως υποστηρίζουν οι περισσότεροι, στα σκάνδαλα του καραμανλισμού, όχι ότι δεν έπαιξαν και αυτά τον ρόλο τους. Στην πραγματικότητα η κρίση της Δεξιάς είναι κρίση της αχαλίνωτης υιοθέτησης και εφαρμογής, στα χρόνια που διακυβέρνησε, των νεοφιλελεύθερων δογμάτων. Δόγματα που υπήρξαν αιτία πολλών δεινών για τους πλέον αδύναμους της κοινωνίας. Η Ν.Δ. αποδείχτηκε ανίκανη να εφαρμόσει αποτελεσματικά αυτή την πολιτική, διότι είχε απέναντί της ένα ΠΑΣΟΚ που αντιστεκόταν, ιδιαίτερα μετά την αποτροπή της λεηλάτησής του από τη διαπλοκή τα έτη 2007-2009.
Προκειμένου να γίνει κατανοητή η ανάλυσή μου, αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι όσο καιρό ο ΛΑΟΣ έπαιρνε αποστάσεις από την πολιτική του Καραμανλή βρισκόταν σε ανοδική πορεία, ενώ γνώρισε κάμψη επιρροής, για πρώτη φορά μετά από καιρό, μόλις συναίνεσε και ψήφισε το Μνημόνιο.
Και ο λόγος είναι σαφής. Οσο ο ΛΑΟΣ εμφανιζόταν ως μια δύναμη της λαϊκής Δεξιάς, έστω και της ακραίας, και παρά αυτό "της ακραίας", κέρδιζε. Μόλις εμφανίστηκε ως δεκανίκι νεοφιλελεύθερων επιλογών (Μνημόνιο), αμέσως άρχισε να παρουσιάζει ρήγματα και προβλήματα.
Η ίδια η Ν.Δ. έχει μια ευκαιρία μπροστά της. Λέγεται Α. Σαμαράς. Ενας πολιτικός που δεν ήταν και δεν είναι δυνατό να συνδεθεί με τα σκάνδαλα του καραμανλισμού και πολύ λιγότερο με τις νεοφιλελεύθερες πρακτικές κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του τόπου από τη Ν.Δ. Αντιμετωπίζει, όμως, ο Α. Σαμαράς σειρά άλλων προβλημάτων.
Το πρώτο είναι ότι παρέλαβε ένα κόμμα σε κατάσταση παραλυτικής διάλυσης, χωρίς αυτό να είναι με μια έννοια σαμαρικό. Παραμένει καραμανλικό και ένας μη-Καραμανλής δείχνει να βρίσκεται σε αδιέξοδο ως προς το πώς θα μπορέσει να απαλλαγεί από τα απονήματα του καραμανλισμού χωρίς να χάσει τα μεγάλα στηρίγματά του στον καραμανλισμό.
Η κατάσταση στην Ν.Δ. του 2010 διαφέρει ουσιαστικά από εκείνη του ΠΑΣΟΚ το 2004, αλλά και το 2007. Τότε, ένα κόμμα παπανδρεϊκό υπερασπιζόταν τον παπανδρεϊκό χαρακτήρα του, πριν απ' όλα την αυτονομία της πολιτικής. Γεγονός που διευκόλυνε έναν Παπανδρέου να επιβιώσει πολιτικά παρά τις εκλογικές ήττες που είχε γνωρίσει.Η Ν.Δ. δείχνει να έχει, τουλάχιστον προς το παρόν, λειψανδρία ιδεών και στελεχών με ικανότητα παραγωγής πολιτικής.
Δείχνει, ακόμα, ασυνεπής στις ίδιες τις επιλογές της. Χαρακτηριστικά, ενώ δεν ψήφισε το Μνημόνιο, ορθή τακτική επιλογή, στη συνέχεια έδειξε ασυνέπεια σε αυτή την επιλογή της. Εδειξε να στηρίζει άμεσα τις τράπεζες και τις επιλογές τους.
Μόνο που οι τελευταίες είναι εξαιρετικά ευχαριστημένες από το σημερινό οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και δεν έχουν κανέναν λόγο να προτιμήσουν την αντιπολίτευση. Εξαιτίας τέτοιων ασυνεπειών, η Ν.Δ. δεν μπορεί να γίνει το αποκούμπι του κόσμου που υποφέρει από την πολιτική του ΠΑΣΟΚ. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι ο καινούριος αρχηγός της δεν είναι νεοφιλελεύθερος και μπορεί να καταταχθεί στη λαϊκή Δεξιά με κεϋνσιανές αντιλήψεις.
ΠΗΓΗ: http://epirusgate.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου