Ωστόσο, στην Ελλάδα, τη στιγμή που ξεκινούσε η πτώση τους, πήραν μια γερή αύξηση «δώρο» στη ΔΕΗ και συνεχίζουν να μένουν ψηλά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τη βιομηχανία, τα νοικοκυριά και την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας γενικότερα.
Ωστόσο, η κυβερνητική πολιτική «στήριξης» της ΔΕΗ μόνο βραχυπρόθεσα αποτελέσματα δείχνει να έχει.
Αυτά περιορίζονται στα πολύ μεγάλα κέρδη που θα εγγράψει η επιχείρηση το 2009 και φάνηκαν από το πρώτο τρίμηνο της χρονιάς, όταν αυτά έφτασαν τα 220 εκατομμύρια ευρώ.
Ωστόσο οι παρενέργειες της τιμολογιακής πολιτικής της ΔΕΗ είναι σημαντικές, τόσο για την οικονομία όσο και για την ίδια την επιχείρηση.
Η πτώση του τζίρου της βιομηχανίας κατά 30,7% τον περασμένο Μάιο αντανακλά τη μείωση της ανταγωνιστικότητας του τομέα, χωρίς να γίνεται τίποτε ουσιαστικό για την ανάκτησή του, μέσω της μείωσης του ενεργειακού κόστους.
Η πτώση του τζίρου της βιομηχανίας κατά 30,7% τον περασμένο Μάιο αντανακλά τη μείωση της ανταγωνιστικότητας του τομέα, χωρίς να γίνεται τίποτε ουσιαστικό για την ανάκτησή του, μέσω της μείωσης του ενεργειακού κόστους.
Και για την ίδια τη ΔΕΗ όμως, τα αδικαιολόγητα υψηλά τιμολόγια σε κατηγορίες καταναλωτών τελικά λειτούργησαν ως κίνητρο για τους εναλλακτικούς προμηθευτές.
Οι τελευταίοι, εκμεταλλευόμενοι τη μεγάλη διαφορά τιμής μεταξύ χονδρικής και λιανικής, συνεχίζουν να παίρνουν πελατεία της ΔΕΗ, όπως αλυσίδες καταστημάτων, τραπεζών, ξενοδοχείων κ.λπ.
Εν τέλει όμως, αν κάποιοι πελάτες της ΔΕΗ μπορούν να αλλάξουν προμηθευτή, άλλοι, όπως εμπορικοί, βιομηχανικοί, μικροί και μεσαίοι οικιακοί, δεν μπορούν μένοντας δεσμευμένοι στο μονοπώλιο της κρατικής επιχείρησης, υφιστάμενοι τις επιπτώσεις της στρεβλής τιμολογιακής πολιτικής της.
Οι τιμές αγοράς
Ποια όμως είναι η εικόνα που διαμορφώνεται στους πρώτους μήνες του 2009, για τους οποίους υπάρχουν στοιχεία και αφορούν πωλήσεις σε μεγάλους καταναλωτές; Κατ' αρχάς στην Ελλάδα, η τιμή που αγοράζουν οι μεγάλοι καταναλωτές διαμορφώνεται πάνω από 60 ευρώ η μεγαβατώρα (1.000 κιλοβατώρες), ενώ η οριακή τιμή του συστήματος, αυτή δηλαδή που διαμορφώνεται σε ημερήσια βάση στην εγχώρια αγορά «χονδρικής» και είναι η τιμή που εισπράττουν οι παραγωγοί είναι περίπου 41 ευρώ.
Αντιστοίχως, στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ενέργειας (ΕΕΧ), τους τρεις πρώτους μήνες του 2009, διαμορφώθηκαν μέσες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας (χωρίς τη χρέωση μεταφοράς) προς 47 ευρώ η μεγαβατώρα για τα φορτία βάσης και 61 ευρώ για τις ώρες αιχμής.
Οσο για τα προθεσμιακά συμβόλαια, τα οποία προδιαγράφουν τις προβλέψεις της αγοράς για τους μήνες που ακολουθούν, το τρίτο τρίμηνο του 2009 διαμορφώνονται σε 37,2 ευρώ η μεγαβατώρα και για το 4ο τρίμηνο του έτους αυξάνονται λίγο και φτάνουν τα 44,4 ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τις πλέον αναπτυγμένες χώρες της Ε.Ε., η ακριβότερη τιμή που εμφανίζεται είναι τα 59 ευρώ στην Ιταλία για τον Νοέμβριο, ενώ μεταξύ Αυγούστου και Δεκεμβρίου 2009 γίνονται συμβόλαια μεταξύ 32,3 και 50,15 ευρώ στην Ολλανδία, 31,26 και 44 ευρώ στη Γαλλία. Στις ΗΠΑ, η ενέργεια είναι κατά πολύ φθηνότερη από την Ε.Ε. Τα συμβόλαια διαμορφώνονται στα 23,50- 31,25 δολάρια η μεγαβατώρα, δηλαδή περίπου 17 - 22,8 ευρώ.
Από τα στοιχεία αυτά γίνεται φανερό ότι το ηλεκτρικό ρεύμα στην Ελλάδα είναι σε μέσο όρο ακριβότερο μέχρι και 70% για τις βιοηχανίες στις οποίες αποτελεί βασικό συντελεστή κόστους, όπως οι μεταλλουργίες, χαλυβουργίες, τσιμέντα, χημική βιομηχανία, μειώνοντας έτσι την ανταγωνιστικότητά τους και τη δυνατότητα αύξησης θέσων εργασίας.
Πρόσθετα μέτρα
Πέρα από τις φθηνές τιμές ενέργειας, σε χώρες με αναπτυγμένη βιομηχανική παραγωγή, όπως η Γερμανία, οι κυβερνήσεις τους προχωρούν και σε πρόσθετα μέτρα ενίσχυσης, με αντικειμενικό σκοπό να διατηρηθούν ο παραγωγικός ιστός της χώρας και οι θέσεις εργασίας. Ετσι, η κυβέρνηση της Ανγκελα Μέρκελ, ύστερα από συνεννοήσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προχώρησε σε έμμεση επιδότηση των βιομηχανικών κλάδων που εντάσσονται στο σύστημα κατανομής ρύπων, προκειμένου να καλυφθεί το πρόσθετο κόστος που προκαλεί στη βιομηχανία η αγορά δικαιωμάτων.
Εν τέλει όμως, αν κάποιοι πελάτες της ΔΕΗ μπορούν να αλλάξουν προμηθευτή, άλλοι, όπως εμπορικοί, βιομηχανικοί, μικροί και μεσαίοι οικιακοί, δεν μπορούν μένοντας δεσμευμένοι στο μονοπώλιο της κρατικής επιχείρησης, υφιστάμενοι τις επιπτώσεις της στρεβλής τιμολογιακής πολιτικής της.
Οι τιμές αγοράς
Ποια όμως είναι η εικόνα που διαμορφώνεται στους πρώτους μήνες του 2009, για τους οποίους υπάρχουν στοιχεία και αφορούν πωλήσεις σε μεγάλους καταναλωτές; Κατ' αρχάς στην Ελλάδα, η τιμή που αγοράζουν οι μεγάλοι καταναλωτές διαμορφώνεται πάνω από 60 ευρώ η μεγαβατώρα (1.000 κιλοβατώρες), ενώ η οριακή τιμή του συστήματος, αυτή δηλαδή που διαμορφώνεται σε ημερήσια βάση στην εγχώρια αγορά «χονδρικής» και είναι η τιμή που εισπράττουν οι παραγωγοί είναι περίπου 41 ευρώ.
Αντιστοίχως, στο Ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο Ενέργειας (ΕΕΧ), τους τρεις πρώτους μήνες του 2009, διαμορφώθηκαν μέσες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας (χωρίς τη χρέωση μεταφοράς) προς 47 ευρώ η μεγαβατώρα για τα φορτία βάσης και 61 ευρώ για τις ώρες αιχμής.
Οσο για τα προθεσμιακά συμβόλαια, τα οποία προδιαγράφουν τις προβλέψεις της αγοράς για τους μήνες που ακολουθούν, το τρίτο τρίμηνο του 2009 διαμορφώνονται σε 37,2 ευρώ η μεγαβατώρα και για το 4ο τρίμηνο του έτους αυξάνονται λίγο και φτάνουν τα 44,4 ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τις πλέον αναπτυγμένες χώρες της Ε.Ε., η ακριβότερη τιμή που εμφανίζεται είναι τα 59 ευρώ στην Ιταλία για τον Νοέμβριο, ενώ μεταξύ Αυγούστου και Δεκεμβρίου 2009 γίνονται συμβόλαια μεταξύ 32,3 και 50,15 ευρώ στην Ολλανδία, 31,26 και 44 ευρώ στη Γαλλία. Στις ΗΠΑ, η ενέργεια είναι κατά πολύ φθηνότερη από την Ε.Ε. Τα συμβόλαια διαμορφώνονται στα 23,50- 31,25 δολάρια η μεγαβατώρα, δηλαδή περίπου 17 - 22,8 ευρώ.
Από τα στοιχεία αυτά γίνεται φανερό ότι το ηλεκτρικό ρεύμα στην Ελλάδα είναι σε μέσο όρο ακριβότερο μέχρι και 70% για τις βιοηχανίες στις οποίες αποτελεί βασικό συντελεστή κόστους, όπως οι μεταλλουργίες, χαλυβουργίες, τσιμέντα, χημική βιομηχανία, μειώνοντας έτσι την ανταγωνιστικότητά τους και τη δυνατότητα αύξησης θέσων εργασίας.
Πρόσθετα μέτρα
Πέρα από τις φθηνές τιμές ενέργειας, σε χώρες με αναπτυγμένη βιομηχανική παραγωγή, όπως η Γερμανία, οι κυβερνήσεις τους προχωρούν και σε πρόσθετα μέτρα ενίσχυσης, με αντικειμενικό σκοπό να διατηρηθούν ο παραγωγικός ιστός της χώρας και οι θέσεις εργασίας. Ετσι, η κυβέρνηση της Ανγκελα Μέρκελ, ύστερα από συνεννοήσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, προχώρησε σε έμμεση επιδότηση των βιομηχανικών κλάδων που εντάσσονται στο σύστημα κατανομής ρύπων, προκειμένου να καλυφθεί το πρόσθετο κόστος που προκαλεί στη βιομηχανία η αγορά δικαιωμάτων.
Συνολικά δε, η γερμανική κυβέρνηση θα διαθέσει περίπου 80 δισ. ευρώ για τη στήριξη της εγχώριας βιομηχανίας της, προκειμένου να αντιμετωπίσει την κρίση. Με λίγα λόγια, προτιμά να χρηματοδοτεί μηχανισμούς στήριξης της παραγωγής και της απασχόλησης, παρά να πληρώνει επιδόματα ανεργίας.
ΠΗΓΗ: http://www.enet.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου