Στον ορίζοντα δεν υπάρχει κανείς που να φαίνεται πρόθυμος να αγοράσει το 17% της ΔΕΗ, έστω και στις χαμηλές τιμές στις οποίες οδηγεί η παρούσα χρηματιστηριακή αποτίμησή της, χωρίς το management και με όλες τις εκκρεμότητες ανοιχτές. Αντίθετα, η προοπτική εξαγοράς μονάδων της ΔΕΗ, θεωρείται, υπό όρους και προϋποθέσεις, ένα ρεαλιστικό σενάριο. Την πραγματικότητα αυτή συνειδητοποίησαν οι επιτελείς του οικονομικού επιτελείου, στις επαφές που είχαν το τελευταίο διάστημα με οίκους και φορείς από εκείνους που έχουν αναλάβει το έργο του συμβούλου αποκρατικοποίησης για άλλες εταιρείες του δημοσίου, και οι οποίοι θα μπορούσαν να είναι υποψήφιοι για το αντίστοιχο έργο που αφορά τη ΔΕΗ. Έτσι, πρόσθεσαν στον αρχικό σχεδιασμό που αφορούσε μόνον την πώληση του 17%, το «εναλλακτικό» σενάριο της πώλησης μονάδων.
«Πακέτα» μονάδων
Σύμφωνα με αξιόπιστες πηγές, η «φόρμουλα» που έχουν εξετάσει στο υπουργείο οικονομικών, είναι η δημιουργία εταιρειών «ειδικού σκοπού» (μέθοδος που έχει επιλεγεί για πολλές από τις μελλοντικές αποκρατικοποιήσεις και για την αξιοποίηση περιουσίας του δημοσίου) στις οποίες θα εισφερθούν συγκεκριμένες κάθε φορά μονάδες της ΔΕΗ και οι οποίες εταιρείες θα πουληθούν στη συνέχεια, στο σύνολό τους, σε ιδιώτες. Το μοντέλο μοιάζει με εκείνο που εφαρμόστηκε στην Ιταλία για το «σπάσιμο» του κρατικού ηλεκτρικού μονοπωλίου και το άνοιγμα της αγοράς. Είναι άγνωστο εάν οι προς πώληση μονάδες θα είναι μόνον λιγνιτικές ή θα περιλαμβάνονται στο «πακέτο» και υδροηλεκτρικά, πράγμα που θεωρείται πιθανότερο.
Πρέπει βέβαια να αναφερθεί ότι η προοπτική αυτή είναι υπό εξέταση, καθώς η επεξεργασία που έχει γίνει μέχρι σήμερα είναι σε πρωτόλειο επίπεδο, όπως άλλωστε και… όλο το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων. Το βέβαιο είναι ότι ο Σύμβουλος που θα αναλάβει, θα πρέπει να μελετήσει όλα τα πιθανά σενάρια και να προτείνει το βέλτιστο. Επιπλέον, υπάρχει πάντα η αίρεση των πολιτικών εξελίξεων οι οποίες μπορεί να αποδειχθούν απρόβλεπτες.
Πλεονεκτήματα
Παράγοντες πάντως που γνωρίζουν το χώρο, εκτιμούν ότι τα πλεονεκτήματα ενός τέτοιου σεναρίου, σε συνδυασμό, επιπλέον, με τα προβλήματα της πώλησης ποσοστού μέσω του χρηματιστηρίου, θα αποδειχθούν καταλυτικά:
Πρώτον, το δημόσιο θα αποσπάσει μεγαλύτερα έσοδα καθώς η αποτίμηση των μονάδων ακολουθεί τα διεθνή στάνταρ και δεν επηρεάζεται από τη χρηματιστηριακή συγκυρία και τη μικρή σημερινή κεφαλαιοποίηση της ΔΕΗ.
Δεύτερον, η ίδια η ΔΕΗ θα ενισχυθεί κεφαλαιακά, παρότι θα μικρύνει σε μέγεθος
Τρίτον, είναι βέβαιον ότι θα υπάρξουν ενδιαφερόμενοι αγοραστές, τόσο από το διεθνές όσο και από το ελληνικό επιχειρηματικό γίγνεσθαι.
Τέταρτον, ανοίγει εκ των πραγμάτων η αγορά ηλεκτρισμού, αλλά και λύνονται τα προβλήματα με την κοινότητα για την πρόσβαση ιδιωτών στα λιγνιτικά αποθέματα.
Πέμπτον, ικανοποιείται εν μέρει το αίτημα των συνδικαλιστών για μια ΔΕΗ με δημόσιο χαρακτήρα, παρότι συρρικνωμένη.
Θα υπάρξει ενδιαφέρον
Όσον αφορά το ενδιαφέρον ιδιωτών για την εξαγορά μονάδων της ΔΕΗ, (παρότι όλοι οι επιχειρηματίες με τους οποίους συνομίλησε το energypress θεωρούν ιδιαίτερα πρόωρο το να καταθέσει κανείς το ενδιαφέρον του και επιφυλάσσονται να τοποθετηθούν με βάση τις τελικές αποφάσεις της πολιτείας), οι εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι εάν αναπτυχθεί από τον Σύμβουλο - και εν τέλει την κυβέρνηση - ένα «σοβαρό σενάριο», τότε θα υπάρξει πραγματικό ενδιαφέρον.
Το ενδιαφέρον αυτό, σύμφωνα πάντα με τις ίδιες εκτιμήσεις, θα μπορούσε να προέλθει τόσο από τους διεθνείς ενεργειακούς «παίκτες» που και στο παρελθόν έχουν συνομιλήσει με τη ΔΕΗ (βλέπε και τη συμμετοχή στη δημόσια διαβούλευση της Κομισιόν για τα… περίφημα swaps που εκ των πραγμάτων τώρα μπαίνουν στο «χρονοντούλαπο») όσο και από τους εγχώριους ομίλους που δραστηριοποιούνται στην ηλεκτροπαραγωγή και οι οποίοι, πιθανόν με τη συνεργασία ξένων εταίρων, θα θελήσουν να διαμορφώσουν ένα ανταγωνιστικό μίγμα παραγωγής ρεύματος και να ισχυροποιήσουν τη θέση τους στην αγορά.
Το γεγονός ότι το υπουργείο Οικονομικών καθόρισε το τέλος του 2012 ως χρονικό ορίζοντα για την υλοποίηση της αποκρατικοποίησης της ΔΕΗ θεωρείται επίσης συμβατό με τον προοπτική πώλησης μονάδων, καθώς η διαδικασία που πρέπει να προηγηθεί είναι πράγματι πολύμηνη. Στο μεταξύ διάστημα, και ενόψει της τελικής λύσης, εκτιμάται ότι η Κομισιόν θα αποσύρει τις πιέσεις για παραχώρηση του 40% της λιγνιτικής παραγωγής. Στο θέμα αυτό δηλαδή, παρά τις ειρωνείες, τις επιθέσεις, ακόμα και τη χλεύη που συγκέντρωσε η κ. Τίνα Μπιρμπίλη όταν είπε «ή ιδιωτικοποίηση ή παραχώρηση του 40% των λιγνιτών, και τα δύο δεν γίνεται», αποδείχτηκε ότι είχε γνώση των πραγμάτων σε αντίθεση με το οικονομικό επιτελείο.
ΠΗΓΗ: www.energypress.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου