Το ψέμα της κυβέρνησης, αλλά και άλλων προηγούμενων κυβερνήσεων, προσπάθησε να αποδομήσει η ΓΣΕΕ η οποία με έκθεση που δημοσίευσε τονίζει ότι η ονομαστική συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ, και όχι οι μισθοί είναι η βασική αιτία για την επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων στη διάρκεια της τελευταίας δεκαπενταετίας. Η έρευνα έχει θέμα «Κόστος εργασίας, περιθώρια κέρδους και ανταγωνιστικότητα στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1995-2009».
Σύμφωνα με τη μελέτη, η ανατίμηση του ευρωπαϊκού νομίσματος ήταν εκείνη που κατέστησε τα ελληνικά προϊόντα (αγαθά αλλά και υπηρεσίες) ακριβότερα και υπέσκαψε την ανταγωνιστικότητά τους. Τόσο οι μεταβολές στο μέσο περιθώριο κέρδους όσο και οι μεταβολές του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος δεν επηρέασαν σημαντικά την ανταγωνιστικότητα κατά την περίοδο 1995-2009, διότι αθροιστικά μεταβλήθηκαν µε ρυθμούς ανάλογους προς τους αντίστοιχους στις 35 κυριότερες ανταγωνίστριες χώρες.
Ως προς το κόστος εργασίας, η Ελλάδα βρίσκεται 5η από το τέλος στη λίστα με τις 35 κυριότερες ανταγωνίστριες χώρες. Σε σύγκριση µε τις άλλες χώρες της ΕΕ οι Έλληνες εργαζόμενοι έχουν από τις χαμηλότερες αποδοχές, όταν οι επιχειρήσεις στη χώρα µας διατηρούν από τα υψηλότερα περιθώρια κέρδους μεταξύ των χωρών-μελών της ΕΕ.
Το πραγματικό ετήσιο κόστος εργασίας στην Ελλάδα παρουσίασε κατά την περίοδο 1995-2009 μεγάλες αυξήσεις. Αυτό έχει μικρύνει την απόσταση έναντι των άλλων χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εντούτοις, το πραγματικό ετήσιο κόστος εργασίας στην Ελλάδα παρέμεινε το 2009 σημαντικά χαμηλότερο από το αντίστοιχο στις πιο προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες: Περίπου κατά 35% έναντι των μικρών χωρών της Βόρειας Ευρώπης, 25% έναντι της Γαλλίας και της Βρετανίας, περίπου 20% έναντι της Ιταλίας και της Ισπανίας.
Σε ολόκληρη της περιόδου 1995-2009, το µέσο περιθώριο κέρδους της ελληνικής οικονομίας (40%) ήταν το υψηλότερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 18 πιο προηγμένων χωρών, µε εξαίρεση την Ιρλανδία. Ακόμη και το 2010, παρά την κάμψη του μέσου περιθωρίου (-5%) εξαιτίας της κρίσης, οι επιχειρήσεις της Ελλάδας διατηρούν τα υψηλότερα περιθώρια µαζί µε την Ιρλανδία, τη Γερµανία και την Ισπανία.
Έναντι των 35 κυριότερων ανταγωνιστριών χωρών τα περιθώρια κέρδους στην Ελλάδα µειώθηκαν ελαφρώς (µείωση της τάξεως του 5%). Εντούτοις, η µείωση αυτή στο µέσο περιθώριο κέρδους ήταν µικρή (5%) και είχε ως σηµείο εκκίνησης το πολύ υψηλό επίπεδο του 40%, ενώ στις άλλες χώρες το αντίστοιχο περιθώριο κυµαίνεται µεταξύ 10% και 35% (και είναι µικρότερο του 30% στις περισσότερες περιπτώσεις).
Την περίοδο 2006-2007, η παραγωγικότητα της εργασίας ακολούθησε μεν την ανάκαμψη της ζήτησης και του ΑΕΠ, πλην όμως, ο μέσος ρυθμός αύξησής της κατά το 2006-2007 υπολειπόταν των επιδόσεων των προηγουμένων ετών (μέσος όρος 1,7% έναντι 3,5% σε ετήσιους ρυθμούς). Η αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας κατά την τετραετία 2005-2008 ανήλθε σε περίπου 6% αθροιστικά, ενώ κατά τις δύο προηγούμενες τετραετίες (2001-2004 και 1997- 2000) είχε υπερβεί το 12% για κάθε μία από αυτές.
Τέλος, στην Ελλάδα, οι αποδοχές υπολογισμένες σε εθνικά νομίσματα, αυξήθηκαν κατά 12,5% περισσότερο από ό,τι οι αποδοχές στις ανταγωνίστριες χώρες, υπολογιζόμενες σε δολάρια παρουσίασαν εκρηκτική αύξηση (30%), κάτι που δείχνει ότι τα ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες εκτός Ευρωζώνης έγιναν δυσπρόσιτα. Όλα αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι οι περικοπές που ζητά το ΔΝΤ και που με προθυμία υλοποιεί η κυβέρνηση δε θα φέρουν την ανταγωνιστικότητα που περιμένει κανείς. Θα γίνουν φτωχότεροι οι Έλληνες εργαζόμενοι αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η εσωτερική υποτίμηση δεν σημαίνει ότι θα γίνουμε και πιο ανταγωνιστικοί. Σημαίνει ότι θα βαθύνει το χάσμα με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, θα γίνουμε… Βουλγαρία με μισθούς πείνας και προϊόντα στα σούπερ μάρκετ που δε θα μπορούμε να αγοράσουμε.
ΠΗΓΗ: www.antinews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου