Σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Αυγή» αναφέρεται στις αναγκαίες προσαρμογές της εθνικής νομοθεσίας στο τρίτο ενεργειακό πακέτο, στο "σπάσιμο" του ΔΕΣΜΗΕ σε δύο κομμάτια, και ξεκαθαρίζει ότι η θυγατρική στη μεταφορά δεν θα βρίσκεται υπό τον έλεγχο της ΔΕΗ. Μιλά για το άνοιγμα της αγοράς λιγνίτη και εξηγεί γιατί είναι πιο έντιμο πολιτικά να πάμε σε πώληση λιγνιτικών σταθμών, αν αποτύχει η επιλογή των ανταλλαγών ισχύος.
Δεν θεωρεί αυτονόητη τη μείωση των τιμολογίων λόγω ανταγωνισμού και μάλιστα βλέπει άνοδο τιμών τα επόμενα χρόνια, ενώ αναλύει πώς η εξωστρέφεια και η στρατηγική επιλογή της ανάπτυξης των επενδύσεων σε ΑΠΕ μπορούν να μετατρέψουν τη ΔΕΗ σε μια δυναμική ενεργειακή επιχείρηση στις νέες συνθήκες.
Σε σχέση με την προσαρμογή της χώρας στο τρίτο ενεργειακό πακέτο, σας βρίσκουν σύμφωνο οι προτάσεις που έχουν γίνει από πλευράς κυβέρνησης;
Ναι, σε γενικές γραμμές με βρίσκουν σύμφωνο. Δηλαδή η βασική επιλογή, που ήταν το ΙΤΟ, το να πάμε δηλαδή σε ανεξάρτητο διαχειριστή συστήματος, ήταν και η θέση της επιχείρησης από την αρχή, στο πλαίσιο των επιλογών που περιλαμβάνει η κοινοτική Οδηγία. Η επιλογή αυτή πιστεύω ότι ήταν η πιο κατάλληλη στη συγκεκριμένη στιγμή από άποψη απελευθέρωσης της αγοράς και θα δημιουργούσε τα λιγότερα προβλήματα. Από δω και πέρα μένει να δούμε τις λεπτομέρειες, το πώς θα εφαρμοστεί στην πράξη, να το δούμε συνολικά. Τώρα βρίσκεται υπό διαμόρφωση το νομοσχέδιο και θα πρέπει κανονικά, ίσως έως το τέλος του μήνα, να κατατεθεί στη Βουλή, γιατί ήδη έχει καθυστερήσει.
Με τον ΔΕΣΜΗΕ υπάρχει μια κατάσταση αρκετά δύσκολη, από πρακτική άποψη περισσότερο. Με την έννοια του ΙΤΟ, τώρα το μεγαλύτερο κομμάτι του ΔΕΣΜΗΕ θα πάει μαζί με τη θυγατρική της ΔΕΗ στη μεταφορά, οπότε εκεί υπάρχουν ορισμένα περισσότερο πρακτικά-διαδικαστικά ζητήματα, όπως το προσωπικό, πώς θα ενταχθεί κ.τ.λ., που είναι και λεπτά και δύσκολα στη διαχείρισή τους. Έχουμε κάνει κάποιες κοινές επιτροπές μεταξύ ΔΕΗ και ΔΕΣΜΗΕ για να δούμε όλα αυτά τα ζητήματα. Επί της ουσίας, ο ΔΕΣΜΗΕ θα σπάσει σε δύο κομμάτια, δηλαδή το μεγαλύτερο κομμάτι, αυτό που κάνει τη διαχείριση του συστήματος, θα ενταχθεί στη θυγατρική της ΔΕΗ και θα μείνει ένα κομμάτι, μικρό, το οποίο θα διαχειρίζεται την ημερήσια αγορά, τις προσφορές, και από εκεί θα αποχωρήσει η ΔΕΗ τελείως και τουλάχιστον αρχικά αυτό το κομμάτι θα είναι κρατικό.
Βέβαια υπάρχει πάλι μια μεγάλη επίθεση των ιδιωτών απέναντι σε αυτή την επιλογή, καθώς αυτό που δεν λέγεται είναι ότι ναι μεν αυτή η θυγατρική θα είναι της ΔΕΗ, αλλά ο έλεγχος δεν θα γίνεται πια από τη ΔΕΗ. Είναι μια “περίεργη” μορφή θυγατρικής όπως την προδιαγράφει η Οδηγία ακριβώς για να εξασφαλίσει την ανεξαρτησία. Δηλαδή θα υπάρχει ένα Διοικητικό Συμβούλιο σε αυτή την εταιρεία, στο οποίο όμως, για παράδειγμα, δεν θα μπορεί να υπάρξει κανένα μέλος το οποίο είχε σχέση με τη ΔΕΗ τα προηγούμενα τρία χρόνια, ή πρέπει να αλλάξει την επωνυμία της και να μη έχει καμία σχέση με τη ΔΕΗ, να έχει κτήριο δικό της κ.ά. Έχει λοιπόν κάποιες σκληρές προδιαγραφές ούτως ώστε να εξασφαλίσει την αντικειμενικότητα αυτού του οργανισμού. Επί της ουσίας έχει να κάνει με τα οικονομικά, θα ελέγχει τις επενδύσεις και θα έχει οικονομικό αποτέλεσμα, εφόσον θα είναι θυγατρική της ΔΕΗ, αλλά στην καθημερινή λειτουργία της η ΔΕΗ δεν μπορεί να έχει κανένα λόγο.
Και βέβαια όλα αυτά δημιουργούν έντονη ανησυχία και στους εργαζόμενους στη ΔΕΗ, το οποίο βλέπουμε πολύ έντονα. Εμείς προσπαθούμε να διασφαλίσουμε όσο γίνεται και νομοθετικά τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα των εργαζομένων, δηλαδή ότι θα είναι με τους ίδιους όρους στις θυγατρικές.
Σε ό,τι αφορά το άνοιγμα του λιγνίτη, η πρόταση της κυβέρνησης για ανταλλαγές ισχύος, τα περίφημα swaps, έχει ήδη προχωρήσει. Ανταποκρίνεται η αγορά σε αυτή την επιλογή;
Περπατάει. Έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον, αλλά κι εδώ θα παιχτούν πάρα πολλά πράγματα στις λεπτομέρειες, στο πώς ακριβώς θα γίνει, καθώς θα βγει μια προκήρυξη προφανώς, όμως αφού καταλήξει η κυβέρνηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.Το ερωτηματικό είναι αν θα υπάρξει αρκετό ενδιαφέρον όταν θα γίνει η προκήρυξη, γιατί εκεί μιλάμε για συγκεκριμένους αριθμούς πια που θα πρέπει να καλυφθούν, δηλαδή, με βάση το προσχέδιο που καταρχάς έχει συμφωνηθεί, πρέπει να δοθούν 900MW στην πρώτη φάση από 1/1/2012, άρα πρέπει να έχουν γίνει όλες οι διαδικασίες μέχρι τότε, και εν συνεχεία αυτά θα αυξάνονται τα επόμενα χρόνια από 300 MW τον χρόνο, ώστε να πάει στα 1.200 MW το 2013, στα 1.500 το 2014 και το 2015 να είναι ακριβώς στο 40% που είναι και ο τελικός στόχος της Κομισιόν. Το πόσο ενδιαφέρον θα υπάρξει θα εξαρτηθεί και από κάποια στοιχεία επί της διαδικασίας.
Το κυριότερο για τις εταιρείες που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον είναι να μπορούν να προσφέρουν στην ημερήσια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό που έχει συζητηθεί στο αρχικό σχέδιο είναι αυτά τα μεγαβάτ να δοθούν από την παραγωγή ενός συνόλου, ενός portfolio σταθμών, και όχι μόνο από έναν συγκεκριμένο σταθμό. Όμως όπως είναι οι κώδικες σήμερα, δεν επιτρέπεται αυτό και έτσι μπαίνει ένα ζήτημα σοβαρό, τουλάχιστον για κάποιους από τους ενδιαφερόμενους, να μπορούν να κάνουν προσφορά μη αναφερόμενοι σε συγκεκριμένο σταθμό. Είναι ένα κρίσιμο σημείο για να υπάρξει ενδιαφέρον και στην ουσία εκεί υπάρχουν δύο διαδικασίες: αν μπορούν να αλλάξουν οι κώδικες ή αν μπορεί να ανοίξει η διαδικασία συμπεριλαμβάνοντας την ενέργεια από κάποιους συγκεκριμένους σταθμούς. Αυτό το σημείο είναι υπό διαπραγμάτευση στην όλη διαδικασία. Το άλλο κρίσιμο σημείο είναι η τιμή “εκκίνησης”, μια ελάχιστη τιμή, δηλαδή, που θα πρέπει να εξασφαλίσει η ΔΕΗ μέσα από αυτή τη διαδικασία. Από αυτά κυρίως τα δύο κρίσιμα στοιχεία και άλλα λιγότερο σημαντικά θα εξαρτηθεί το ενδιαφέρον που θα υπάρξει. Υπάρχει μια αντίδραση από τους εγχώριους παίκτες, αλλά προφανώς θα μπορούσαν να κάνουν κάτι αντίστοιχο με κάποιον άλλο ξένο, γιατί εφόσον θα πάρουμε από μια άλλη χώρα ενέργεια ο Έλληνας παραγωγός αισθάνεται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με αυτό.
Από τα στοιχεία της Κομισιόν φαίνεται ότι υπήρξε αρκετά μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς περίπου 22 εταιρείες ανταποκρίθηκαν. Πάντως, πρέπει να βγει η προκήρυξη, ώστε να δούμε τι γίνεται. Αρχικά είχε προσδιοριστεί έως τα τέλη Ιουνίου, αλλά χρονικά δεν το βλέπω, γιατί έχει τραβήξει αρκετά και υπάρχει κι ένα διαδικαστικό κομμάτι της Κομισιόν, το οποίο πριν από τα μέσα με τέλη Απριλίου δεν νομίζω ότι θα έχει ολοκληρωθεί.
Η ΔΕΗ είναι έτοιμη να ανταποκριθεί σε αυτή τη νέα κατάσταση; Όλο αυτό είναι και μια μεγάλη πρόκληση για τη ΔΕΗ, με πολλές δυσκολίες, γιατί είναι κάτι που δεν έχει γίνει ποτέ, καθώς με τις ανταλλαγές ουσιαστικά πάμε στο εξωτερικό πια και η ΔΕΗ επί της ουσίας δεν έχει δραστηριότητα εκτός συνόρων. Επίσης η ΔΕΗ δεν έχει ανθρώπους με την κατάλληλη εμπειρία σε αυτό το νέο αντικείμενο, έχει ελλείψεις προσωπικού σε καίριες περιοχές, χρειάζεται μια ομάδα με νέους ανθρώπους που θα ασχοληθεί μόνο με αυτό και η επιχείρηση ειδικά σε τέτοιες εποχές δεν έχει αυτές τις δυνατότητες, οπότε είναι κάτι που πρέπει να γίνει εκ των ενόντων.
Από την άλλη πλευρά, αν επιτύχει στην εφαρμογή της αυτή η εναλλακτική με τις ανταλλαγές ενέργειας, δίνει μια άλλη προοπτική στην επιχείρηση για επέκταση σε δραστηριότητες στο εξωτερικό. Αυτός ήταν και ο λόγος που και μεις ως διοίκηση εξ αρχής υποστηρίξαμε αυτή τη λύση ως μόνη εναλλακτική, που είναι και στρατηγική επιλογή εφόσον -πέρα από την υπόθεση του λιγνίτη- μπορεί να ωφελήσει τη ΔΕΗ, η οποία, ως δεσπόζουσα, μοιραία με την απελευθέρωση θα χάσει μερίδιο της αγοράς. Ο μόνος τρόπος για να μην συρρικνωθεί είναι να «ανοιχθεί» σε άλλες αγορές. Και αυτή είναι η πρακτική που έχουν ακολουθήσει και όλες οι κρατικές εταιρείες ηλεκτρισμού στην Ε.Ε. Αυτό έχει και μια πολιτική βαρύτητα, όχι μόνο οικονομική: ούσα και η δημόσια ελληνική επιχείρηση να έχει μια παρουσία και σε κάποιες εκτός συνόρων αγορές, όπως π.χ. είναι για μας τα Βαλκάνια.
Τι θα γίνει αν δεν προχωρήσει η λύση των ανταλλαγών ισχύος στην αγορά;
Τελικά αυτό που ουσιαστικά προτείνεται εναλλακτικά με τον όποιο τρόπο είναι να δοθεί σε κάποια χαμηλή τιμή η δυνητική παραγωγή. Εγώ προσωπικά είμαι σαφέστατα εναντίον μιας τέτοιας λύσης, γιατί επί της ουσίας αυτό που θα κάνει είναι να δώσει μια φτηνή παραγωγή, τη λιγνιτική, σε κάποιον, χωρίς όμως αυτός να έχει πάρει οποιοδήποτε ρίσκο, απλώς θα αγοράζει την παραγωγή σε μια τιμή. Αυτό το βρίσκω πολύ αρνητικό και το έχω πει και σε προηγούμενη φάση. Ας το πούμε διαφορετικά: αν δεν επιτύχει αυτή η επιλογή, τότε τι γίνεται, ποιο είναι το plan B;
Αυτό το σημείο η κυβέρνηση το έχει αφήσει ανοιχτό και θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε άλλη λύση και σε αυτή τη διαβούλευση μένει να καθοριστεί ποιες θα είναι οι εναλλακτικές. Μιλάμε πάντως είτε για απευθείας πώληση ενέργειας μέσα στην αγορά είτε για πώληση σταθμών. Εγώ προσωπικά, σε αυτή την περίπτωση είμαι υπέρ της πώλησης σταθμών παρά να πάω στην άλλη λύση. Γιατί είναι σαν να δίνεις στον άλλο ένα έτοιμο προϊόν και μάλιστα σε χαμηλή τιμή. Γιατί να του το δώσεις σχεδόν τζάμπα, χωρίς να κάνει τίποτα; Αν αγοράσει τον σταθμό, δίνει λεφτά και παίρνει το ρίσκο της επένδυσης, αφού πρέπει ο ίδιος να «τρέξει» και τον σταθμό. Γιατί τελικά όλα τα ρίσκα τα παίρνει η ΔΕΗ. Η λιγνιτική παραγωγή δεν είναι εύκολη ιστορία, υπάρχουν ή εμφανίζονται διάφορα προβλήματα που πρέπει συνεχώς να αντιμετωπίζει η ΔΕΗ. Αν και πολιτικά ακούγεται αρχικά πιο βαρύ, τελικά πιστεύω πως είναι πιο έντιμο και η αλήθεια είναι ότι είναι και πιο αποδεκτό -αν και όχι επιθυμητό από κανέναν- και σε κάποιο βαθμό ακόμα και από το συνδικάτο της ΔΕΗ.
Μετά την ολοκλήρωση του ανοίγματος της λιγνιτικής παραγωγής, παίρνουν σειρά τα υδροηλεκτρικά;
Εδώ είναι διαφορετικό το ζήτημα. Προφανώς υπάρχουν πολύ σοβαρές πιέσεις από τους ιδιώτες παραγωγούς, αλλά δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο, καθώς και στο Μνημόνιο το θέμα αυτό δεν μπήκε με την έννοια να δοθούν κομμάτια σε ιδιώτες, αλλά με την έννοια της διαχείρισης, δηλαδή το να ελέγχεται η ΔΕΗ για τη διαχείριση των νερών που κάνει. Δεν νομίζω ότι εδώ υπάρχει κόκκινη γραμμή, γιατί τα νερά είναι και μια περίπλοκη ιστορία: δεν χρησιμοποιούνται μόνο στην ηλεκτροπαραγωγή, αλλά και για όλες τις αρδεύσεις και πολλές υδρεύσεις σε πολλές περιοχές της χώρας -π.χ. τα λεγόμενα «υποχρεωτικά νερά», που βγαίνουν από τις Περιφέρειες.
Έχει μια περιπλοκότητα το ζήτημα της διαχείρισης, γιατί αγγίζει και άλλες διαστάσεις πέραν της ηλεκτροπαραγωγής, και η ίδια η κυβέρνηση αντιδρά και είχε αντιδράσει από το καλοκαίρι που τέθηκε αρχικά το ζήτημα του να δοθεί κομμάτι των νερών, οπότε δεν μπαίνει αυτή τη στιγμή πάνω στο τραπέζι. Οι προτάσεις που έχουν συζητηθεί και με τη ΡΑΕ είναι να υπάρχει κάποιος ανεξάρτητος έλεγχος στη διαχείριση των νερών, δηλαδή να γίνεται η διαχείριση με έναν πιο αντικειμενικό τρόπο και να ελέγχεται.
Είπατε πρόσφατα στη Βουλή ότι η ΔΕΗ σε ένα χρόνο περίπου θα είναι μια άλλη επιχείρηση. Για τη λειτουργία της επιχείρησης και μάλιστα σε εποχές Μνημονίου τι σημαίνει αυτό, τι μπορεί να αλλάξει και δεδομένου ότι πρέπει να υπάρξει μια ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη ανάπτυξης της επιχείρησης στη νέα αγορά, τη διατήρηση του παραδοσιακού κοινωνικού της ρόλου και την απαραίτητη προσαρμογή στην κοινοτική νομοθεσία;
Θα είναι πραγματικά μια άλλη επιχείρηση με βάση όλα αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω, τουλάχιστον σε σχέση με τη ΔΕΗ που ξέρουμε τα τελευταία 10 χρόνια ή από τότε που μπήκε στο Χρηματιστήριο. Πρόκειται για κοσμογονικές αλλαγές και η ΔΕΗ είναι μια συντηρητική επιχείρηση, με την έννοια ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις στις αλλαγές είναι δύσκολες. Το πώς θα διατηρήσει τον κοινωνικό της ρόλο, είναι ένα ζήτημα. Τον ανταγωνισμό, για παράδειγμα, δεν τον έχουμε ζήσει ακόμα, τώρα αρχίζει η ΔΕΗ και αισθάνεται αυτό το κομμάτι του ανταγωνισμού και στην παραγωγή και στην εμπορία και θα πρέπει και κει να αντιδράσει με άλλους τρόπους. Το κομμάτι της εμπορίας πρέπει να αλλάξει επίσης, καθώς μέχρι σήμερα η ΔΕΗ είχε δεδομένο τον πελάτη. Και αυτό μπορεί να έχει θετικό αποτέλεσμα, εφόσον υιοθετήσει πρακτικές υπέρ του πολίτη-πελάτη, να νοιαστεί περισσότερο γιʼ αυτόν, για την εξυπηρέτησή του, κάτι που χρειάζεται και αλλαγή νοοτροπίας και αυτό είναι δύσκολο.
Πώς βλέπετε την εξέλιξη των τιμολογίων της ΔΕΗ στο καθεστώς της απελευθερωμένης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας; Θα επιδράσει ο ανταγωνισμός με τους ιδιώτες θετικά στη διαμόρφωση των τιμών;
Η μείωση τιμών λόγω ανταγωνισμού στην απελευθερωμένη αγορά δεν είναι καθόλου προφανής. Αυτό που έχουμε δει από την εμπειρία σε άλλες χώρες είναι περισσότερο αυξήσεις παρά μειώσεις. Η ανάπτυξη στην Ελλάδα στηρίχθηκε στον λιγνίτη σε μεγάλο βαθμό. Κρατούσε σε πολύ χαμηλά επίπεδα τα τιμολόγια, χωρίς επί της ουσίας να πληρώνεται η λιγνιτική παραγωγή, γιατί αν χρεωνόταν η αγορά λιγνίτη προς τη ΔΕΗ (σήμερα υπάρχει το κόστος μόνο για την εξόρυξη), αυτό το κόστος θα πήγαινε στον καταναλωτή. Αυτό το σκηνικό αλλάζει τελείως τώρα με την απελευθέρωση, καθώς η ΔΕΗ θα πρέπει να προσαρμοστεί στα καινούργια ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια για να σταθεί στον ανταγωνισμό, αλλά και όχι μόνο λόγω της απελευθέρωσης, γιατί από το 2013 μπαίνει και το κόστος των ρύπων στον λιγνίτη, οπότε η λιγνιτική παραγωγή δεν θα είναι τόσο φθηνή όσο ήταν παλαιότερα. Άλλωστε εξαρτόμαστε πολύ και από εξωτερικούς παράγοντες κόστους, όπως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο που κινούνται προς τα πάνω.
Αυτό θα μεταφραστεί με κάποιο τρόπο στα τιμολόγια, δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Στο πλαίσιο αυτό, εγώ για τα επόμενα χρόνια βλέπω άνοδο.
Εξάλλου ένα άλλο στοιχείο της απελευθέρωσης ήταν και οι αλλαγές που έγιναν πρόσφατα στα τιμολόγια ώστε να είναι εμπροσθοβαρή, δηλαδή δεν μπορείς να πουλάς κάτω του κόστους, δυνατότητα που είχε μόνο η ΔΕΗ -με εξαίρεση τις ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού. Ο ανταγωνισμός στα τιμολόγια θα λειτουργήσει μακροπρόθεσμα, πιστεύω, στο κομμάτι των τιμών, ενώ πιο άμεσα θα υπάρξει βελτίωση στις υπηρεσίες προς τον πελάτη. Η ηλεκτρική είναι μια περίεργη αγορά και σήμερα ήδη υπάρχουν στρεβλώσεις στον τρόπο που αναπτύσσεται. Πρέπει κανείς να είναι πολύ προσεκτικός στις μειώσεις που προσφέρονται, δηλαδή στο πού ακριβώς γίνονται αυτές, δεδομένου ότι τα τιμολόγια είναι περίπλοκα, έχουν διάφορες άλλες χρεώσεις πλην του καθαρού κόστους κατανάλωσης. Γιατί η ουσία για τον καταναλωτή είναι η μείωση που θα έχει στο σύνολο του λογαριασμού του και αυτή τελικά είναι πολύ μικρότερη από ό,τι εμφανίζεται.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό πότε προβλέπετε ότι θα είναι έτοιμο το επιχειρησιακό σχέδιο της ΔΕΗ;
Αυτό όλο το τραβάμε προς τα πίσω, γιατί δεν μπορούμε να έχουμε ένα επιχειρησιακό σχέδιο αν δεν ξεκαθαρίσουν τα πράγματα στην αγορά και κυρίως η ιστορία των λιγνιτικών, καθώς προφανώς θα έχει επίπτωση στον όλο σχεδιασμό της ΔΕΗ και στα οικονομικά της. Πρέπει να καταλήξουν αυτά τα ζητήματα, να ξέρουμε ποια θα είναι τα δεδομένα. Οπότε κάπου προς το καλοκαίρι το βλέπω. Βέβαια εμείς έχουμε κάνει έναν σχεδιασμό και είμαστε σχεδόν έτοιμοι, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε ένα επιχειρησιακό και να αλλάξουν τα δεδομένα σε μερικούς μήνες.
Όλα αυτά δημιουργούν εντός της ΔΕΗ και ένα κλίμα αβεβαιότητας, υπάρχει μια κατήφεια και στο προσωπικό και στο στελεχιακό δυναμικό, που συνδέεται βέβαια και με τη γενικότερη κατάσταση.
Με ποιο τρόπο συμβάλλει η ΔΕΗ στην περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα; Τι προβλέπεται στον σχεδιασμό της επιχείρησης για σχετικές επενδύσεις;
Είναι προφανές ότι ένας από τους βασικούς στρατηγικούς στόχους είναι η ανάπτυξη των ΑΠΕ. Δηλαδή στον σχεδιασμό προβλέπεται ότι θα επενδύσουμε περίπου 2 δισ. ευρώ τα επόμενα πέντε χρόνια. Δεν είναι εύκολο για τη ΔΕΗ, γιατί είχε μείνει πολύ πίσω και λόγω και του αδειοδοτικού πλαισίου έπρεπε ήδη να έχουν γίνει αιτήσεις γιατί χρειάζεται χρόνος για να ολοκληρωθούν αυτές οι διαδικασίες. Βρέθηκε λοιπόν η ΔΕΗ να μην έχει έτοιμες επενδύσεις για να προχωρήσει. Γι' αυτό και κάναμε την επιλογή των συνεργασιών, δηλαδή να συνεργαστούμε με κάποιον που έχει ήδη προχωρήσει, είναι έτοιμος να κάνει κάποια επένδυση και την κάνουμε μαζί.
Σε αυτό το πλαίσιο έχουμε υπογράψει κάποιες συμφωνίες γενικού χαρακτήρα που θα δούμε άμεσα πώς θα εκφραστούν με συγκεκριμένα έργα, με εταιρείες του εξωτερικού όπως η EDF, αλλά και με ελληνικές εταιρείες: Κοπελούζος, ΤΕΡΝΑ, Ρόκας κ.ά. Άρα θα επενδύσουμε κυρίως μέσω κοινών έργων και πάμε σε συνεργασίες περισσότερο για τα μεγάλα έργα, όπως αυτά που προγραμματίζονται με τις διασυνδέσεις των νησιών. Το άλλο που προκαλέσαμε ήταν το έργο των φωτοβολταϊκών στην Κοζάνη των 200 MW, που σαν μέγεθος δεν υπάρχει άλλο τέτοιο στον κόσμο μέχρι στιγμής, γιατί εκεί έχουμε εκτάσεις από τα λιγνιτωρυχεία που έχουν εξαντληθεί, τις οποίες μπορούμε να αξιοποιήσουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Σε αυτή την περίπτωση αναζητούμε στρατηγικό εταίρο, θα βγει σχετική προκήρυξη, όχι μόνο για το φωτοβολταϊκό πάρκο, αλλά και για τη δημιουργία εργοστασίου κατασκευής. Αυτό το έργο αφορά κυρίως την περιοχή της Δ. Μακεδονίας, έχουμε υποχρέωση κατά κάποιο τρόπο σαν ΔΕΗ να ενισχύσουμε την περιοχή και με άλλες δραστηριότητες και κυρίως το κομμάτι της απασχόλησης, δεδομένου ότι η λιγνιτική παραγωγή βαίνει φθίνουσα.
Άρα είναι μια από τις μεγάλες προτεραιότητές μας η ανάπτυξη στον τομέα των ΑΠΕ, ώστε η ΔΕΗ να παίξει έναν ρόλο σημαντικό, αυτόν που της αναλογεί, και όχι περιφερειακό όπως μέχρι τώρα. Βέβαια όλα αυτά θέλουν τον χρόνο τους, αλλά νομίζω ότι βρισκόμαστε σε καλή πορεία. Σήμερα η ΔΕΗ έχει περίπου το 8% των συνολικών εγκαταστάσεων ΑΠΕ -εκτός υδροηλεκτρικών-, το οποίο είναι εξαιρετικά μικρό, και ο στόχος είναι το 2015 να είμαστε περίπου στο 20% και γύρω στο 30%-35% το 2020.
Σε σχέση με την προσαρμογή της χώρας στο τρίτο ενεργειακό πακέτο, σας βρίσκουν σύμφωνο οι προτάσεις που έχουν γίνει από πλευράς κυβέρνησης;
Ναι, σε γενικές γραμμές με βρίσκουν σύμφωνο. Δηλαδή η βασική επιλογή, που ήταν το ΙΤΟ, το να πάμε δηλαδή σε ανεξάρτητο διαχειριστή συστήματος, ήταν και η θέση της επιχείρησης από την αρχή, στο πλαίσιο των επιλογών που περιλαμβάνει η κοινοτική Οδηγία. Η επιλογή αυτή πιστεύω ότι ήταν η πιο κατάλληλη στη συγκεκριμένη στιγμή από άποψη απελευθέρωσης της αγοράς και θα δημιουργούσε τα λιγότερα προβλήματα. Από δω και πέρα μένει να δούμε τις λεπτομέρειες, το πώς θα εφαρμοστεί στην πράξη, να το δούμε συνολικά. Τώρα βρίσκεται υπό διαμόρφωση το νομοσχέδιο και θα πρέπει κανονικά, ίσως έως το τέλος του μήνα, να κατατεθεί στη Βουλή, γιατί ήδη έχει καθυστερήσει.
Με τον ΔΕΣΜΗΕ υπάρχει μια κατάσταση αρκετά δύσκολη, από πρακτική άποψη περισσότερο. Με την έννοια του ΙΤΟ, τώρα το μεγαλύτερο κομμάτι του ΔΕΣΜΗΕ θα πάει μαζί με τη θυγατρική της ΔΕΗ στη μεταφορά, οπότε εκεί υπάρχουν ορισμένα περισσότερο πρακτικά-διαδικαστικά ζητήματα, όπως το προσωπικό, πώς θα ενταχθεί κ.τ.λ., που είναι και λεπτά και δύσκολα στη διαχείρισή τους. Έχουμε κάνει κάποιες κοινές επιτροπές μεταξύ ΔΕΗ και ΔΕΣΜΗΕ για να δούμε όλα αυτά τα ζητήματα. Επί της ουσίας, ο ΔΕΣΜΗΕ θα σπάσει σε δύο κομμάτια, δηλαδή το μεγαλύτερο κομμάτι, αυτό που κάνει τη διαχείριση του συστήματος, θα ενταχθεί στη θυγατρική της ΔΕΗ και θα μείνει ένα κομμάτι, μικρό, το οποίο θα διαχειρίζεται την ημερήσια αγορά, τις προσφορές, και από εκεί θα αποχωρήσει η ΔΕΗ τελείως και τουλάχιστον αρχικά αυτό το κομμάτι θα είναι κρατικό.
Βέβαια υπάρχει πάλι μια μεγάλη επίθεση των ιδιωτών απέναντι σε αυτή την επιλογή, καθώς αυτό που δεν λέγεται είναι ότι ναι μεν αυτή η θυγατρική θα είναι της ΔΕΗ, αλλά ο έλεγχος δεν θα γίνεται πια από τη ΔΕΗ. Είναι μια “περίεργη” μορφή θυγατρικής όπως την προδιαγράφει η Οδηγία ακριβώς για να εξασφαλίσει την ανεξαρτησία. Δηλαδή θα υπάρχει ένα Διοικητικό Συμβούλιο σε αυτή την εταιρεία, στο οποίο όμως, για παράδειγμα, δεν θα μπορεί να υπάρξει κανένα μέλος το οποίο είχε σχέση με τη ΔΕΗ τα προηγούμενα τρία χρόνια, ή πρέπει να αλλάξει την επωνυμία της και να μη έχει καμία σχέση με τη ΔΕΗ, να έχει κτήριο δικό της κ.ά. Έχει λοιπόν κάποιες σκληρές προδιαγραφές ούτως ώστε να εξασφαλίσει την αντικειμενικότητα αυτού του οργανισμού. Επί της ουσίας έχει να κάνει με τα οικονομικά, θα ελέγχει τις επενδύσεις και θα έχει οικονομικό αποτέλεσμα, εφόσον θα είναι θυγατρική της ΔΕΗ, αλλά στην καθημερινή λειτουργία της η ΔΕΗ δεν μπορεί να έχει κανένα λόγο.
Και βέβαια όλα αυτά δημιουργούν έντονη ανησυχία και στους εργαζόμενους στη ΔΕΗ, το οποίο βλέπουμε πολύ έντονα. Εμείς προσπαθούμε να διασφαλίσουμε όσο γίνεται και νομοθετικά τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα των εργαζομένων, δηλαδή ότι θα είναι με τους ίδιους όρους στις θυγατρικές.
Σε ό,τι αφορά το άνοιγμα του λιγνίτη, η πρόταση της κυβέρνησης για ανταλλαγές ισχύος, τα περίφημα swaps, έχει ήδη προχωρήσει. Ανταποκρίνεται η αγορά σε αυτή την επιλογή;
Περπατάει. Έχει εκδηλωθεί ενδιαφέρον, αλλά κι εδώ θα παιχτούν πάρα πολλά πράγματα στις λεπτομέρειες, στο πώς ακριβώς θα γίνει, καθώς θα βγει μια προκήρυξη προφανώς, όμως αφού καταλήξει η κυβέρνηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.Το ερωτηματικό είναι αν θα υπάρξει αρκετό ενδιαφέρον όταν θα γίνει η προκήρυξη, γιατί εκεί μιλάμε για συγκεκριμένους αριθμούς πια που θα πρέπει να καλυφθούν, δηλαδή, με βάση το προσχέδιο που καταρχάς έχει συμφωνηθεί, πρέπει να δοθούν 900MW στην πρώτη φάση από 1/1/2012, άρα πρέπει να έχουν γίνει όλες οι διαδικασίες μέχρι τότε, και εν συνεχεία αυτά θα αυξάνονται τα επόμενα χρόνια από 300 MW τον χρόνο, ώστε να πάει στα 1.200 MW το 2013, στα 1.500 το 2014 και το 2015 να είναι ακριβώς στο 40% που είναι και ο τελικός στόχος της Κομισιόν. Το πόσο ενδιαφέρον θα υπάρξει θα εξαρτηθεί και από κάποια στοιχεία επί της διαδικασίας.
Το κυριότερο για τις εταιρείες που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον είναι να μπορούν να προσφέρουν στην ημερήσια αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό που έχει συζητηθεί στο αρχικό σχέδιο είναι αυτά τα μεγαβάτ να δοθούν από την παραγωγή ενός συνόλου, ενός portfolio σταθμών, και όχι μόνο από έναν συγκεκριμένο σταθμό. Όμως όπως είναι οι κώδικες σήμερα, δεν επιτρέπεται αυτό και έτσι μπαίνει ένα ζήτημα σοβαρό, τουλάχιστον για κάποιους από τους ενδιαφερόμενους, να μπορούν να κάνουν προσφορά μη αναφερόμενοι σε συγκεκριμένο σταθμό. Είναι ένα κρίσιμο σημείο για να υπάρξει ενδιαφέρον και στην ουσία εκεί υπάρχουν δύο διαδικασίες: αν μπορούν να αλλάξουν οι κώδικες ή αν μπορεί να ανοίξει η διαδικασία συμπεριλαμβάνοντας την ενέργεια από κάποιους συγκεκριμένους σταθμούς. Αυτό το σημείο είναι υπό διαπραγμάτευση στην όλη διαδικασία. Το άλλο κρίσιμο σημείο είναι η τιμή “εκκίνησης”, μια ελάχιστη τιμή, δηλαδή, που θα πρέπει να εξασφαλίσει η ΔΕΗ μέσα από αυτή τη διαδικασία. Από αυτά κυρίως τα δύο κρίσιμα στοιχεία και άλλα λιγότερο σημαντικά θα εξαρτηθεί το ενδιαφέρον που θα υπάρξει. Υπάρχει μια αντίδραση από τους εγχώριους παίκτες, αλλά προφανώς θα μπορούσαν να κάνουν κάτι αντίστοιχο με κάποιον άλλο ξένο, γιατί εφόσον θα πάρουμε από μια άλλη χώρα ενέργεια ο Έλληνας παραγωγός αισθάνεται σε μειονεκτική θέση σε σχέση με αυτό.
Από τα στοιχεία της Κομισιόν φαίνεται ότι υπήρξε αρκετά μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς περίπου 22 εταιρείες ανταποκρίθηκαν. Πάντως, πρέπει να βγει η προκήρυξη, ώστε να δούμε τι γίνεται. Αρχικά είχε προσδιοριστεί έως τα τέλη Ιουνίου, αλλά χρονικά δεν το βλέπω, γιατί έχει τραβήξει αρκετά και υπάρχει κι ένα διαδικαστικό κομμάτι της Κομισιόν, το οποίο πριν από τα μέσα με τέλη Απριλίου δεν νομίζω ότι θα έχει ολοκληρωθεί.
Η ΔΕΗ είναι έτοιμη να ανταποκριθεί σε αυτή τη νέα κατάσταση; Όλο αυτό είναι και μια μεγάλη πρόκληση για τη ΔΕΗ, με πολλές δυσκολίες, γιατί είναι κάτι που δεν έχει γίνει ποτέ, καθώς με τις ανταλλαγές ουσιαστικά πάμε στο εξωτερικό πια και η ΔΕΗ επί της ουσίας δεν έχει δραστηριότητα εκτός συνόρων. Επίσης η ΔΕΗ δεν έχει ανθρώπους με την κατάλληλη εμπειρία σε αυτό το νέο αντικείμενο, έχει ελλείψεις προσωπικού σε καίριες περιοχές, χρειάζεται μια ομάδα με νέους ανθρώπους που θα ασχοληθεί μόνο με αυτό και η επιχείρηση ειδικά σε τέτοιες εποχές δεν έχει αυτές τις δυνατότητες, οπότε είναι κάτι που πρέπει να γίνει εκ των ενόντων.
Από την άλλη πλευρά, αν επιτύχει στην εφαρμογή της αυτή η εναλλακτική με τις ανταλλαγές ενέργειας, δίνει μια άλλη προοπτική στην επιχείρηση για επέκταση σε δραστηριότητες στο εξωτερικό. Αυτός ήταν και ο λόγος που και μεις ως διοίκηση εξ αρχής υποστηρίξαμε αυτή τη λύση ως μόνη εναλλακτική, που είναι και στρατηγική επιλογή εφόσον -πέρα από την υπόθεση του λιγνίτη- μπορεί να ωφελήσει τη ΔΕΗ, η οποία, ως δεσπόζουσα, μοιραία με την απελευθέρωση θα χάσει μερίδιο της αγοράς. Ο μόνος τρόπος για να μην συρρικνωθεί είναι να «ανοιχθεί» σε άλλες αγορές. Και αυτή είναι η πρακτική που έχουν ακολουθήσει και όλες οι κρατικές εταιρείες ηλεκτρισμού στην Ε.Ε. Αυτό έχει και μια πολιτική βαρύτητα, όχι μόνο οικονομική: ούσα και η δημόσια ελληνική επιχείρηση να έχει μια παρουσία και σε κάποιες εκτός συνόρων αγορές, όπως π.χ. είναι για μας τα Βαλκάνια.
Τι θα γίνει αν δεν προχωρήσει η λύση των ανταλλαγών ισχύος στην αγορά;
Τελικά αυτό που ουσιαστικά προτείνεται εναλλακτικά με τον όποιο τρόπο είναι να δοθεί σε κάποια χαμηλή τιμή η δυνητική παραγωγή. Εγώ προσωπικά είμαι σαφέστατα εναντίον μιας τέτοιας λύσης, γιατί επί της ουσίας αυτό που θα κάνει είναι να δώσει μια φτηνή παραγωγή, τη λιγνιτική, σε κάποιον, χωρίς όμως αυτός να έχει πάρει οποιοδήποτε ρίσκο, απλώς θα αγοράζει την παραγωγή σε μια τιμή. Αυτό το βρίσκω πολύ αρνητικό και το έχω πει και σε προηγούμενη φάση. Ας το πούμε διαφορετικά: αν δεν επιτύχει αυτή η επιλογή, τότε τι γίνεται, ποιο είναι το plan B;
Αυτό το σημείο η κυβέρνηση το έχει αφήσει ανοιχτό και θα μπορούσε να είναι οποιαδήποτε άλλη λύση και σε αυτή τη διαβούλευση μένει να καθοριστεί ποιες θα είναι οι εναλλακτικές. Μιλάμε πάντως είτε για απευθείας πώληση ενέργειας μέσα στην αγορά είτε για πώληση σταθμών. Εγώ προσωπικά, σε αυτή την περίπτωση είμαι υπέρ της πώλησης σταθμών παρά να πάω στην άλλη λύση. Γιατί είναι σαν να δίνεις στον άλλο ένα έτοιμο προϊόν και μάλιστα σε χαμηλή τιμή. Γιατί να του το δώσεις σχεδόν τζάμπα, χωρίς να κάνει τίποτα; Αν αγοράσει τον σταθμό, δίνει λεφτά και παίρνει το ρίσκο της επένδυσης, αφού πρέπει ο ίδιος να «τρέξει» και τον σταθμό. Γιατί τελικά όλα τα ρίσκα τα παίρνει η ΔΕΗ. Η λιγνιτική παραγωγή δεν είναι εύκολη ιστορία, υπάρχουν ή εμφανίζονται διάφορα προβλήματα που πρέπει συνεχώς να αντιμετωπίζει η ΔΕΗ. Αν και πολιτικά ακούγεται αρχικά πιο βαρύ, τελικά πιστεύω πως είναι πιο έντιμο και η αλήθεια είναι ότι είναι και πιο αποδεκτό -αν και όχι επιθυμητό από κανέναν- και σε κάποιο βαθμό ακόμα και από το συνδικάτο της ΔΕΗ.
Μετά την ολοκλήρωση του ανοίγματος της λιγνιτικής παραγωγής, παίρνουν σειρά τα υδροηλεκτρικά;
Εδώ είναι διαφορετικό το ζήτημα. Προφανώς υπάρχουν πολύ σοβαρές πιέσεις από τους ιδιώτες παραγωγούς, αλλά δεν είναι καθόλου ξεκάθαρο, καθώς και στο Μνημόνιο το θέμα αυτό δεν μπήκε με την έννοια να δοθούν κομμάτια σε ιδιώτες, αλλά με την έννοια της διαχείρισης, δηλαδή το να ελέγχεται η ΔΕΗ για τη διαχείριση των νερών που κάνει. Δεν νομίζω ότι εδώ υπάρχει κόκκινη γραμμή, γιατί τα νερά είναι και μια περίπλοκη ιστορία: δεν χρησιμοποιούνται μόνο στην ηλεκτροπαραγωγή, αλλά και για όλες τις αρδεύσεις και πολλές υδρεύσεις σε πολλές περιοχές της χώρας -π.χ. τα λεγόμενα «υποχρεωτικά νερά», που βγαίνουν από τις Περιφέρειες.
Έχει μια περιπλοκότητα το ζήτημα της διαχείρισης, γιατί αγγίζει και άλλες διαστάσεις πέραν της ηλεκτροπαραγωγής, και η ίδια η κυβέρνηση αντιδρά και είχε αντιδράσει από το καλοκαίρι που τέθηκε αρχικά το ζήτημα του να δοθεί κομμάτι των νερών, οπότε δεν μπαίνει αυτή τη στιγμή πάνω στο τραπέζι. Οι προτάσεις που έχουν συζητηθεί και με τη ΡΑΕ είναι να υπάρχει κάποιος ανεξάρτητος έλεγχος στη διαχείριση των νερών, δηλαδή να γίνεται η διαχείριση με έναν πιο αντικειμενικό τρόπο και να ελέγχεται.
Είπατε πρόσφατα στη Βουλή ότι η ΔΕΗ σε ένα χρόνο περίπου θα είναι μια άλλη επιχείρηση. Για τη λειτουργία της επιχείρησης και μάλιστα σε εποχές Μνημονίου τι σημαίνει αυτό, τι μπορεί να αλλάξει και δεδομένου ότι πρέπει να υπάρξει μια ισορροπία ανάμεσα στην ανάγκη ανάπτυξης της επιχείρησης στη νέα αγορά, τη διατήρηση του παραδοσιακού κοινωνικού της ρόλου και την απαραίτητη προσαρμογή στην κοινοτική νομοθεσία;
Θα είναι πραγματικά μια άλλη επιχείρηση με βάση όλα αυτά που αναφέρθηκαν παραπάνω, τουλάχιστον σε σχέση με τη ΔΕΗ που ξέρουμε τα τελευταία 10 χρόνια ή από τότε που μπήκε στο Χρηματιστήριο. Πρόκειται για κοσμογονικές αλλαγές και η ΔΕΗ είναι μια συντηρητική επιχείρηση, με την έννοια ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις στις αλλαγές είναι δύσκολες. Το πώς θα διατηρήσει τον κοινωνικό της ρόλο, είναι ένα ζήτημα. Τον ανταγωνισμό, για παράδειγμα, δεν τον έχουμε ζήσει ακόμα, τώρα αρχίζει η ΔΕΗ και αισθάνεται αυτό το κομμάτι του ανταγωνισμού και στην παραγωγή και στην εμπορία και θα πρέπει και κει να αντιδράσει με άλλους τρόπους. Το κομμάτι της εμπορίας πρέπει να αλλάξει επίσης, καθώς μέχρι σήμερα η ΔΕΗ είχε δεδομένο τον πελάτη. Και αυτό μπορεί να έχει θετικό αποτέλεσμα, εφόσον υιοθετήσει πρακτικές υπέρ του πολίτη-πελάτη, να νοιαστεί περισσότερο γιʼ αυτόν, για την εξυπηρέτησή του, κάτι που χρειάζεται και αλλαγή νοοτροπίας και αυτό είναι δύσκολο.
Πώς βλέπετε την εξέλιξη των τιμολογίων της ΔΕΗ στο καθεστώς της απελευθερωμένης αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας; Θα επιδράσει ο ανταγωνισμός με τους ιδιώτες θετικά στη διαμόρφωση των τιμών;
Η μείωση τιμών λόγω ανταγωνισμού στην απελευθερωμένη αγορά δεν είναι καθόλου προφανής. Αυτό που έχουμε δει από την εμπειρία σε άλλες χώρες είναι περισσότερο αυξήσεις παρά μειώσεις. Η ανάπτυξη στην Ελλάδα στηρίχθηκε στον λιγνίτη σε μεγάλο βαθμό. Κρατούσε σε πολύ χαμηλά επίπεδα τα τιμολόγια, χωρίς επί της ουσίας να πληρώνεται η λιγνιτική παραγωγή, γιατί αν χρεωνόταν η αγορά λιγνίτη προς τη ΔΕΗ (σήμερα υπάρχει το κόστος μόνο για την εξόρυξη), αυτό το κόστος θα πήγαινε στον καταναλωτή. Αυτό το σκηνικό αλλάζει τελείως τώρα με την απελευθέρωση, καθώς η ΔΕΗ θα πρέπει να προσαρμοστεί στα καινούργια ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια για να σταθεί στον ανταγωνισμό, αλλά και όχι μόνο λόγω της απελευθέρωσης, γιατί από το 2013 μπαίνει και το κόστος των ρύπων στον λιγνίτη, οπότε η λιγνιτική παραγωγή δεν θα είναι τόσο φθηνή όσο ήταν παλαιότερα. Άλλωστε εξαρτόμαστε πολύ και από εξωτερικούς παράγοντες κόστους, όπως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο που κινούνται προς τα πάνω.
Αυτό θα μεταφραστεί με κάποιο τρόπο στα τιμολόγια, δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά. Στο πλαίσιο αυτό, εγώ για τα επόμενα χρόνια βλέπω άνοδο.
Εξάλλου ένα άλλο στοιχείο της απελευθέρωσης ήταν και οι αλλαγές που έγιναν πρόσφατα στα τιμολόγια ώστε να είναι εμπροσθοβαρή, δηλαδή δεν μπορείς να πουλάς κάτω του κόστους, δυνατότητα που είχε μόνο η ΔΕΗ -με εξαίρεση τις ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού. Ο ανταγωνισμός στα τιμολόγια θα λειτουργήσει μακροπρόθεσμα, πιστεύω, στο κομμάτι των τιμών, ενώ πιο άμεσα θα υπάρξει βελτίωση στις υπηρεσίες προς τον πελάτη. Η ηλεκτρική είναι μια περίεργη αγορά και σήμερα ήδη υπάρχουν στρεβλώσεις στον τρόπο που αναπτύσσεται. Πρέπει κανείς να είναι πολύ προσεκτικός στις μειώσεις που προσφέρονται, δηλαδή στο πού ακριβώς γίνονται αυτές, δεδομένου ότι τα τιμολόγια είναι περίπλοκα, έχουν διάφορες άλλες χρεώσεις πλην του καθαρού κόστους κατανάλωσης. Γιατί η ουσία για τον καταναλωτή είναι η μείωση που θα έχει στο σύνολο του λογαριασμού του και αυτή τελικά είναι πολύ μικρότερη από ό,τι εμφανίζεται.
Μέσα σε αυτό το σκηνικό πότε προβλέπετε ότι θα είναι έτοιμο το επιχειρησιακό σχέδιο της ΔΕΗ;
Αυτό όλο το τραβάμε προς τα πίσω, γιατί δεν μπορούμε να έχουμε ένα επιχειρησιακό σχέδιο αν δεν ξεκαθαρίσουν τα πράγματα στην αγορά και κυρίως η ιστορία των λιγνιτικών, καθώς προφανώς θα έχει επίπτωση στον όλο σχεδιασμό της ΔΕΗ και στα οικονομικά της. Πρέπει να καταλήξουν αυτά τα ζητήματα, να ξέρουμε ποια θα είναι τα δεδομένα. Οπότε κάπου προς το καλοκαίρι το βλέπω. Βέβαια εμείς έχουμε κάνει έναν σχεδιασμό και είμαστε σχεδόν έτοιμοι, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε ένα επιχειρησιακό και να αλλάξουν τα δεδομένα σε μερικούς μήνες.
Όλα αυτά δημιουργούν εντός της ΔΕΗ και ένα κλίμα αβεβαιότητας, υπάρχει μια κατήφεια και στο προσωπικό και στο στελεχιακό δυναμικό, που συνδέεται βέβαια και με τη γενικότερη κατάσταση.
Με ποιο τρόπο συμβάλλει η ΔΕΗ στην περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα; Τι προβλέπεται στον σχεδιασμό της επιχείρησης για σχετικές επενδύσεις;
Είναι προφανές ότι ένας από τους βασικούς στρατηγικούς στόχους είναι η ανάπτυξη των ΑΠΕ. Δηλαδή στον σχεδιασμό προβλέπεται ότι θα επενδύσουμε περίπου 2 δισ. ευρώ τα επόμενα πέντε χρόνια. Δεν είναι εύκολο για τη ΔΕΗ, γιατί είχε μείνει πολύ πίσω και λόγω και του αδειοδοτικού πλαισίου έπρεπε ήδη να έχουν γίνει αιτήσεις γιατί χρειάζεται χρόνος για να ολοκληρωθούν αυτές οι διαδικασίες. Βρέθηκε λοιπόν η ΔΕΗ να μην έχει έτοιμες επενδύσεις για να προχωρήσει. Γι' αυτό και κάναμε την επιλογή των συνεργασιών, δηλαδή να συνεργαστούμε με κάποιον που έχει ήδη προχωρήσει, είναι έτοιμος να κάνει κάποια επένδυση και την κάνουμε μαζί.
Σε αυτό το πλαίσιο έχουμε υπογράψει κάποιες συμφωνίες γενικού χαρακτήρα που θα δούμε άμεσα πώς θα εκφραστούν με συγκεκριμένα έργα, με εταιρείες του εξωτερικού όπως η EDF, αλλά και με ελληνικές εταιρείες: Κοπελούζος, ΤΕΡΝΑ, Ρόκας κ.ά. Άρα θα επενδύσουμε κυρίως μέσω κοινών έργων και πάμε σε συνεργασίες περισσότερο για τα μεγάλα έργα, όπως αυτά που προγραμματίζονται με τις διασυνδέσεις των νησιών. Το άλλο που προκαλέσαμε ήταν το έργο των φωτοβολταϊκών στην Κοζάνη των 200 MW, που σαν μέγεθος δεν υπάρχει άλλο τέτοιο στον κόσμο μέχρι στιγμής, γιατί εκεί έχουμε εκτάσεις από τα λιγνιτωρυχεία που έχουν εξαντληθεί, τις οποίες μπορούμε να αξιοποιήσουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Σε αυτή την περίπτωση αναζητούμε στρατηγικό εταίρο, θα βγει σχετική προκήρυξη, όχι μόνο για το φωτοβολταϊκό πάρκο, αλλά και για τη δημιουργία εργοστασίου κατασκευής. Αυτό το έργο αφορά κυρίως την περιοχή της Δ. Μακεδονίας, έχουμε υποχρέωση κατά κάποιο τρόπο σαν ΔΕΗ να ενισχύσουμε την περιοχή και με άλλες δραστηριότητες και κυρίως το κομμάτι της απασχόλησης, δεδομένου ότι η λιγνιτική παραγωγή βαίνει φθίνουσα.
Άρα είναι μια από τις μεγάλες προτεραιότητές μας η ανάπτυξη στον τομέα των ΑΠΕ, ώστε η ΔΕΗ να παίξει έναν ρόλο σημαντικό, αυτόν που της αναλογεί, και όχι περιφερειακό όπως μέχρι τώρα. Βέβαια όλα αυτά θέλουν τον χρόνο τους, αλλά νομίζω ότι βρισκόμαστε σε καλή πορεία. Σήμερα η ΔΕΗ έχει περίπου το 8% των συνολικών εγκαταστάσεων ΑΠΕ -εκτός υδροηλεκτρικών-, το οποίο είναι εξαιρετικά μικρό, και ο στόχος είναι το 2015 να είμαστε περίπου στο 20% και γύρω στο 30%-35% το 2020.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου