Παρασκευή 30 Ιουλίου 2010

Black out ή κοινωνική πολιτική;

Τον «γόρδιο δεσμό» της άσκησης ή μη κοινωνικής πολιτικής, μέσω μιας εταιρείας που ανήκει κατά το ήμισυ σε ιδιώτες, θα κληθεί να λύσει τις επόμενες ημέρες η Κυβέρνηση καθώς για πρώτη φορά το κλιμάκιο της τρόικας θέτει επί τάπητος θέματα «ταμπού» με στόχο την ουσιαστική απελευθέρωση της εγχώριας αγοράς ενέργειας, όπως από την προηγούμενη εβδομάδα επεσήμανε το Capital.gr.
Ταυτόχρονα, το θέμα μπορεί να αποδειχθεί σε «αχίλλειο πτέρνα» της εφαρμογής του μνημονίου, δεδομένου ότι η κόντρα μεταξύ τρόικας και συνδικαλιστών, ενδέχεται ακόμη και να απειλήσει την καταβολή μιας από τις επόμενες δόσεις του δανείου σταθερότητας.
Μεσούσης της κρίσης στην αγορά υγρών καυσίμων, το θέμα δεν έτυχε ευρείας προβολής από τα περισσότερα έντυπα και ηλεκτρονικά ΜΜΕ. Στον μικρόκοσμο της ενεργειακής πιάτσας ωστόσο έχει ήδη σημάνει συναγερμός.
Χωρίς καθυστέρηση, οι συνδικαλιστές της ΔΕΗ «σήκωσαν το γάντι» και ήταν χαρακτηριστική η δήλωση του προέδρου της ΓΕΝΟΠ κ. Νίκου Φωτόπουλου που έκανε λόγο για «πόλεμο» εφόσον η τρόικα υποχρεώσει τη ΔΕΗ να πουλήσει μονάδες, κάτι που θα έχει πιθανόν σαν συνέπεια την μείωση του απαραίτητου προσωπικού. Αν οι μονάδες πουληθούν πολλοί από τους εργαζόμενους ενδέχεται να υποχρεωθούν να αναζητήσουν εργασία στον ιδιωτικό τομέα, γεγονός που προκαλεί –όπως είναι φυσικό- ανατριχίλες.
Από την άλλη πλευρά, κυβερνητικοί κύκλοι εμφανίζουν «αγριεμένο» το ενεργειακό κλιμάκιο της τρόικας, προκειμένου να υπάρξει ουσιαστική απελευθέρωση στην αγορά που προς το παρόν λειτουργεί υπό ένα ιδιότυπο καθεστώς μονοπωλίου σε απελευθερωμένο τυπικά περιβάλλον.
Προς το παρόν η Κυβέρνηση ακροβατεί στο τεντωμένο σχοινί της διελκυστίνδας μεταξύ συνδικαλιστών και τρόικας. Η θέση της είναι εξαιρετικά δύσκολη καθώς δεν θέλει σε καμία περίπτωση ένα τέτοιο θέμα να διαταράξει τις σχέσεις της με τους δανειστές μας ενώ από την άλλη πλευρά συνυπολογίζει το πολιτικό κόστος από μια ρήξη με τους 22.000 εργαζομένους της ΔΕΗ και φυσικά από το σύνολο της κοινωνίας σε περίπτωση που «κατέβουν» οι διακόπτες.
Πέρα από το ιδιαίτερα δύσκολο αυτό σκηνικό που δημιουργείται από τις αντιπαραθέσεις, η Κυβέρνηση είναι εγκλωβισμένη σε ένα πλέγμα στρεβλώσεων που εδώ και δεκαετίες συντηρεί, ασκώντας κοινωνική πολιτική μέσω μιας ΔΕΚΟ και μάλιστα εισηγμένης στο Χ.Α.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο εστιάζουν άλλωστε την επιχειρηματολογία τους και οι συνδικαλιστές.
Η χρόνια έλλειψη ενεργειακού σχεδιασμού, δημιουργεί οριακές συνθήκες επάρκειας ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες που η ζήτηση αυξάνεται κατακόρυφα. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τη γεωγραφική θέση της χώρας, ανάμεσα σε «αναπτυσσόμενες» ενεργειακά χώρες που δεν μπορούν να βοηθήσουν στη διασφάλιση της σταθερότητας, δημιουργεί μείζον θέμα ενεργειακής ασφάλειας, αναφέρουν πηγές που πρόσκεινται στους εργαζόμενους της εταιρείας.
Είναι γεγονός ότι οι χώρες της δυτικής Ευρώπης έχουν πανίσχυρα συστήματα παραγωγής ενέργειας διασυνδεδεμένα μεταξύ τους, την ώρα που η δική μας ενεργειακή γειτονιά, αποτελείται από την Αλβανία, την ΠΓΔΜ, τη Βουλγαρία και την Τουρκία, με ότι ιδιαιτερότητες έχει η κάθε μια. Από την άλλη πλευρά θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι η χώρα έπρεπε να σχεδιάσει το ενεργειακό μέλλον της εδώ και δεκαετίες ώστε η κατάσταση να μην είναι διαρκώς οριακή.
Εννοείται πώς η διασφάλιση της παραγωγής θα είναι το πρώτο μέλημα και των ιδιωτών που ήδη ετοιμάζονται να εξαγοράσουν ότι βγει προς πώληση, αλλά οι συνδικαλιστές προβλέπουν ότι δεν θα μπορέσουν να διαχειριστούν τις λεπτές ισορροπίες που έχουν δημιουργηθεί στην αγορά.
Αναφέρονται φυσικά στο θέμα των λεγόμενων κοινωνικών τιμολογίων, των δυσανάλογα δηλαδή -σε σχέση με την παραγωγή- χρεώσεων προς διάφορες κοινωνικές ομάδες. Στη χώρα μας υπάρχει μια πλειάδα νησιών που δεν είναι διασυνδεδεμένα στο κεντρικό σύστημα. Εκεί το κόστος παραγωγής –από πετρέλαιο ή φυσικό αέριο- είναι πολύ μεγαλύτερο από τα έσοδα της επιχείρησης.
Παρόμοια περίπτωση είναι η πλειονότητα των ορεινών χωριών για τα οποία το κόστος μεταφοράς είναι υψηλότατο, χωρίς κάτι τέτοιο να ανταποκρίνεται στα τιμολόγια. Με άλλα λόγια η Κυβέρνηση έχει εδώ και χρόνια επιλέξει να «πριμοδοτεί» τα συγκεκριμένα σημεία, όχι με κάποια επιδότηση προς τη ΔΕΗ, αλλά επιβαρύνοντας συνολικά την επιχείρηση. Αν μονάδες ή μέρος του δικτύου περάσουν στα χέρια ιδιωτών, ο «συμψηφισμός» αυτός δεν θα είναι δυνατός, με ότι συνέπειες υπάρχουν.
Η άσκηση κοινωνικής πολιτικής δεν σταματά βεβαίως στο προφανές θέμα των τιμολογίων. Η ΔΕΗ διοχετεύει δωρεάν τους υδάτινους πόρους που χρησιμοποιεί για την παραγωγή ενέργειας προς αρδεύσιμες αγροτικές εκτάσεις ή φροντίζει για υδροδοτήσεις αστικών κέντρων, ικανοποίηση περιβαλλοντικών υποχρεώσεων κ.α. η πλευρά των συνδικαλιστών θεωρεί περίπου βέβαιο ότι το «δωρεάν» θα αποτελεί παρελθόν μετά την πώληση.
Το θέμα μοιάζει αδιέξοδο και η κυβέρνηση εξαιρετικά αναποφάσιστη για το τι μέλλει γενέσθαι. Η θέση της κάθε άλλο παρά ξεκάθαρη είναι και οι συναρμόδιοι υπουργοί αποφεύγουν κάθε αναφορά στο θέμα, αν και χθες κατά την ενημέρωση των δημοσιογράφων, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γ. Πεταλωτής ερωτηθείς σχετικά είπε ότι «δεν υπάρχει καμία σκέψη για πώληση του 40% μονάδων της ΔΕΗ», προσθέτοντας ότι για τομείς όπως η ενέργεια «είναι η ελληνική κυβέρνηση που αποφασίζει».
Οι σκληροτράχηλοι συνδικαλιστές της ΔΕΗ από την άλλη πλευρά έχουν αποδείξει ότι δεν διστάζουν να κατεβάσουν διακόπτες, αν θιγούν τα κεκτημένα τους.
Με τον ίδιο δηλαδή τρόπο που το έκαναν οι βυτιοφορείς, οι ελεγκτές εναέριας κυκλοφορίας κι κάθε άλλος κλάδος που κατά παρέκκλιση δεν θέλει να δεχτεί αλλαγές σε μια χώρα που προσπαθεί να αλλάξει όλα όσα είχε υποχρέωση τα τελευταία 30 χρόνια μέσα σε μερικούς μόνο μήνες...
ΠΗΓΗ: http://www.capital.gr/ (Του Σταμάτη Ζαχαρού)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...